Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

ΚΛΙΜΑΞ

Ιωάννης ο Σιναΐτης, Άγιος: Κλίμαξ - Λόγος ΚΣΤ΄ (Περί διακρίσεως - Μέρος α΄)

(Περί διακρίσεως λογισμών και παθών και αρετών)


1. ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ, στους μέν αρχαρίους είναι η ορθή επίγνωσις του εαυτού των. Στους μεσαίους είναι η νοερά αίσθησις η οποία διακρίνει αλάνθαστα το πραγματικό αγαθό από το φυσικό αγαθό και από το αντίθετό του κακό. Στους δε τελείους είναι η γνώσις πού έχουν από θεϊκή έλλαμψι και η οποία έχει την δύναμι να φωτίζη πλήρως με την λάμψι της και όσα σκοτεινά υπάρχουν μέσα στους άλλους.

Ή, ομιλώντας κατά τρόπο γενικό, τούτο αναγνωρίζεται ως διάκρισις και τούτο είναι: η αλάνθαστη γνώσις και αντίληψις του θείου θελήματος σε κάθε καιρό και τόπο και περίπτωσι, η οποία συνήθως υπάρχει στους καθαρούς κατά την καρδιά και το σώμα και το στόμα. Διάκρισις σημαίνει συνείδησις αμόλυντη και καθαρότης των αισθήσεων.


2. Εκείνος πού με την βοήθεια του Θεού ενίκησε τους τρεις, αυτός ενίκησε συγχρόνως και τους άλλους πέντε[1]. Όποιος όμως αδιαφόρησε για τους πρώτους, ούτε από τους δεύτερους θα νικήση κανέναν.

3. Κανείς ας μη περιπέση εξ αιτίας της αγνοίας του σε απιστία, όταν ακούση ή ιδή υπερφυσικά σημεία μέσα στον χώρο της μοναχικής ζωής. Διότι όπου εγκατασταθή ο Θεός που είναι υπέρ την φύσιν εκεί παρατηρούνται πράγματα υπερφυσικά.


4. Κάθε πόλεμος των δαιμόνων εναντίον μας οφείλεται γενικώς στις τρεις επόμενες αιτίες: ή στην αμέλεια ή στην υπερηφάνεια ή στον φθόνο των δαιμόνων. Ο πρώτος είναι ελεεινός, ο δεύτερος πανάθλιος και ο τρίτος μακάριος.


5. Μετά τον Θεόν ας έχωμε σε κάθε ενέργειά μας ως άγρυπνο φρουρό και ως γνώμονα ασφαλή την συνείδησί μας. Έτσι αντιλαμβανόμενοι από πού φυσά ο άνεμος θα ανοίγωμε προς τα εκεί τα ιστία του πλοίου μας.


6. Σε όλες τις κατά Θεόν προσπάθειές μας τρεις λάκκους μας σκάπτουν υπούλως οι δαίμονες. Κατ΄αρχήν αγωνίζονται να μην κατορθωθή το αγαθό. Έπειτα, αφού νικηθούν στο πρώτο σημείο, αγωνίζονται ώστε το αγαθό που κατωρθώθηκε να μην είναι καθ΄ όλα θεάρεστο. Όταν δε και σ΄αυτόν τον στόχο αποτύχουν οι κλέπτες, τότε πλησιάζουν αθόρυβα στην ψυχή μας και μας μακαρίζουν ότι σε όλα πολιτευόμεθα όπως θέλει ο Θεός. Αντίπαλος του πρώτου πολέμου είναι η συστηματική μέριμνα του θανάτου, του δευτέρου η υποταγή και η εξουδένωσις, και του τρίτου η έντονη και συνεχής αυτομεμψία.


7. «Τούτο κόπος εστίν ενώπιον ημών, έως ού εισέλθη είς το αγιαστήριον ημών» (πρβλ. Ψαλμ. οβ΄ 16-17) το πύρ του Θεού. Τότε πλέον δεν έχομε να φοβηθούμε τις προλήψεις, διότι «ο Θεός ημών πύρ καταναλίσκον» (Δευτ. δ΄ 24) κάθε σαρκική πύρωσι και κίνησι, κάθε πρόληψι και πώρωσι και σκοτισμό, είτε αυτά είναι εσωτερικά είτε εξωτερικά, είτε αισθητά είτε νοητά.

Οι δαίμονες όμως μας προξενούν τα εντελώς αντίθετα. Όταν κυριαρχήσουν στην ψυχή μας και μας σκοτίσουν τον νου, δεν υπάρχει πλέον σ΄ εμάς τους αθλίους ούτε νήψις ούτε διάκρισις ούτε αυτογνωσία ούτε εντροπή, «αλλ΄ αναλγησία και αναισθησία και αδιακρισία και αβλεψία».


8. Τα γνωρίζουν αυτά πάρα πολύ καλά όσοι ανένηψαν από την πορνεία και όσοι συνεστάλησαν από την παρρησία και όσοι συνήλθαν από την αναισχυντία. Όλοι αυτοί μετά την ανάνηψι και μετά την διάλυσι της πυρώσεως ή καλύτερα της πηρώσεως (= τυφλώσεως) του νου, όσα προηγουμένως έλεγαν και έπρατταν τυφλωμένοι, μόλις τα σκέπτονται εντρέπονται, θα ελέγαμα, και τον ίδιο τον εαυτό τους ακόμη.


9. Αν δεν σουρουπώση και δεν σκοτεινιάση πρώτα η ημέρα, δηλαδή η φωτεινή ψυχή, «ού μη οι κλέπται κλέψωσι και θύσωσι και απολέσωσι» (πρβλ. Ιωάν. ι΄ 10). Κλοπή σημαίνει απώλεια της περιουσίας. Κλοπή σημαίνει το να εργάζεσαι σαν καλό εκείνο πού δεν είναι καλό. Κλοπή σημαίνει ασυναίσθητη αιχμαλωσία της ψυχής. Θυσία της ψυχής σημαίνει το να θανατώνεται ο λογικός νους από πτώσι σε παράνομες πράξεις. Και απώλεια σημαίνει απελπισία μετά την διάπραξι της παρανομίας.


10. Κανείς ας μη προβάλλη αδυναμία στην εκτέλεσι των εντολών του Ευαγγελίου, διότι υπήρξαν ψυχές που έπραξαν και παραπάνω από αυτές. Ασφαλώς θα σε πείση περί αυτού εκείνος πού αγάπησε τον πλησίον παραπάνω από τον εαυτόν του και θυσίασε προς χάριν του και την ζωή του ακόμη, παρ΄ όλον ότι δεν έλαβε τέτοια προσταγή από τον Κύριον[2].


11. Οι εμπαθείς που νοιώθουν ταπεινωμένοι ας αναθαρρήσουν. Διότι και αν ακόμη πέσουν σε όλους τους λάκκους, και αν συλληφθούν σε όλες τις παγίδες, και αν δοκιμάσουν όλες τις ασθένειες, όμως μετά την θεραπεία γίνονται στους άλλους «ιατροί και φωστήρες και λύχνοι και κυβερνήται». Δηλαδή από την ιδική τους πείρα θα είναι είς θέσιν να διδάξουν τον τρόπο με τον οποίο θεραπεύεται κάθε ασθένεια και να προλαμβάνουν όσους κινδυνεύουν να πέσουν.


12. Όσοι τυραννούνται από παλαιές προλήψεις και μπορούν, έστω με τον λόγο μόνο, να διδάσκουν, ας διδάσκουν∙ αλλά ας μη αναλάβουν όμως και ευθύνη ψυχών. Ίσως διδάσκοντας να εντραπούν από τα ίδια τους τα λόγια και αρχίσουν και αυτοί να διορθώνονται. Θα συμβή τότε σ΄αυτούς ό,τι είδα σε μερικούς πού έπεσαν στον βόρβορο: Καθώς ήταν καταλασπωμένοι διηγούντο στους διαβάτες πώς έπεσαν, και συνιστούσαν σ΄ αυτούς να μην ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο, για να σωθούν.

Επειδή δε με τον τρόπο αυτόν έσωζαν τους άλλους, γι΄ αυτό και ο παντοδύναμος Θεός τους απήλλαξε από την λάσπη. Εάν όμως οι εμπαθείς ρίχνωνται με τη θέλησί τους στις ηδονές, ας διδάσκουν καλύτερα με την σιωπή τους. (Θα διδάσκουν δηλαδή ότι συναισθάνονται την αναξιότητά τους για διδασκαλία), αφού η Γραφή αναφέρει: «ών ήρξατο ο Ιησούς ποιείν τε και διδάσκειν» (Πράξ, α΄ 1). (Πρώτα «ποιείν» και έπειτα «διδάσκειν»).


13. Επικίνδυνο πράγματι, ω ταπεινοί μοναχοί, πολύ επικίνδυνο πέλαγος διαπλέομε! Πέλαγος γεμάτο ανέμους και σκοπέλους και δίνες και υφάλους και θηρία και πειρατάς και ανεμοστροβίλους και άγρια κύματα!

Και σκόπελο μέν για την ψυχή θα εννοήσωμε τον άγριο και αιφνίδιο θυμό. Δίνη, την απελπισία πού περικυκλώνει τον νου και τον τραβά στον βυθό της απογνώσεως. Ύφαλο, την άγνοια πού θεωρεί το κακό ως καλό. Θηρίο, τούτο το βαρύ και άγριο σώμα. Πειρατάς, τους τόσο φοβερούς δαίμονας που υπηρετούν την κενοδοξία, οι οποία μας αρπάζουν το φορτίο των αρετών και τους κόπους μας. Κύμα, την κοιλία η οποία φουσκώνει και εξογκούται και με την ορμή της μας ρίχνει στο στόμα του θηρίου. Ανεμοστρόβιλο δε την υπερηφάνεια, η οποία εδιώχθηκε και έπεσε από τον ουρανό και πού μας ανεβάζει υψηλά και έν συνεχεία μας κατεβάζει ως την άβυσσο.


14. Όλοι όσοι σπουδάζουν, γνωρίζουν ποια μαθήματα είναι των αρχαρίων, ποια των μεσαίων και ποια των διδασκάλων. Ας προσέξωμε καλά, μήπως, ενώ σπουδάζομε χρόνια, περνούμε ακόμη τον καιρό μας με τις ασχολίες και τα μαθήματα των αρχαρίων. Τι πιο μεγάλη εντροπή! Να βλέπης έναν ηλικιωμένο γέροντα να πηγαίνη στο δημοτικό σχολείο!

Να μία αρίστη πνευματική αλφάβητος για όλους (τους αρχαρίους):


Α Υπακοή

Β Νηστεία

Γ Σάκκος

Δ Σποδός

Ε Δάκρυα

Ζ Εξομολόγησις

Η Σιωπή

Θ Ταπείνωσις

Ι Αγρυπνία

Κ Ανδρεία

Λ Ψύχος

Μ Κόπος

Ν Ταλαιπωρία

Ξ Εξουδένωσις

Ο Συντριβή

Π Αμνησικακία

Ρ Συναδελφία

Σ Ηπιότης

Τ Πίστις απλή και απερίεργος

Υ Αμεριμνία κόσμου

Φ Μίσος άμισων γονέων

Χ Απροσπάθεια

Ψ Απλότης σύν ακακία

Ω Εκούσιος ευτέλεια


Να μία καλή σειρά και απαρίθμησις αρετών για τους μεσαίους:

1. Ακενοδοξία

2. Αοργησία

3. Ευελπιστία

4. Ησυχία

5. Διάκρισις

6. Κρίσεως μνήμη παγία

7. Ευσπλαγχνία

8. Φιλοξενία

9. Νουθεσία σύμμετρος

10. Προσευχή απαθής

11. Αφιλαργυρία


Να (και μία αλφάβητος που αποτελεί) τον όρο και τον λόγο και τον νόμο των ψυχών και των σωμάτων πού με ευσέβεια φθάνουν στην τελειότητα, ενώ ευρίσκονται «εν σαρκί»:


Α Αναιχμαλώτιστος καρδία

Β Τετελειωμένη αγάπη

Γ Ταπεινοφροσύνης πηγή

Δ Νοός εκδημία

Ε Χριστού ενδημία

Ζ Φωτός και προσευχής ασυλία

Η Ελλάμψεως Θεού περιουσία

Θ Πόθος θανάτου

Ι Μίσος ζωής

Κ Φυγή σώματος

Λ Κόσμου πρέσβυς

Μ Θεού βιαστής

Ν Αγγέλων συλλειτουργός

Ξ Γνώσεως άβυσσος

Ο Μυστηρίων οίκος

Π Αρρήτων φύλαξ

Ρ Ανθρώπων σωτήρ

Σ Δαιμόνων Θεός

Τ Παθών Κύριος

Υ Δεσπότης σώματος

Φ Φύσεως επίτροπος

Χ Αμαρτίας ξένος

Ψ Απαθείας οίκος

Ω Μιμητής Δεσπότου εκ βοηθείας Δεσπότου.


15. Δεν είναι ολίγη η νήψις πού μας χρειάζεται, όταν ασθενή το σώμα. Διότι καθώς οι δαίμονες μας βλέπουν ξαπλωμένους και ανικάνους από την εξάντλησι να χρησιμοποιήσωμε ασκητικά όπλα εναντίον τους, αρχίζουν να μας πολεμούν σκληρά. Τους μέν κοσμικούς τους πειράζει ο δαίμων του θυμού και μερικές φορές και της βλασφημίας. Τους δε εκτός του κόσμου μοναχούς ο δαίμων της γαστριμαργίας και της πορνείας, εάν υπάρχη υλική ευπορία. Και εκείνους τους μοναχούς πού ζουν σε τόπους ασκητικούς και χωρίς καμμία παράκλησι, ο τυραννικός δαίμων της ακηδίας και της αχαριστίας.


16. Παρετήρησα τον λύκο της πορνείας να προσθέτη πόνους στον ασθενή, και μέσα σ΄αυτούς τους πόνους να του προκαλή σαρκικές κινήσεις και ρεύσεις. Και ήταν το πράγμα καταπληκτικό: να βλέπης την σάρκα γεμάτη σφρίγος και μανία την ώρα των φρικτών πόνων! Αντιθέτως έστρεψα σε άλλους ασθενείς και τους είδα να δέχωνται επάνω στα κρεββάτια τους την ενέργεια της θείας χάριτος και την παρηγορία της κατανύξεως, και να αποκρούουν έτσι με την παράκλησι αυτή τους πόνους, και να μη θέλουν ποτέ να απαλλαγούν από την ασθένεια. Και στρεφόμενος είδα άλλους να ταλαιπωρούνται πάλι από ασθένεια και με αυτήν σαν με κάποιο επιτίμιο να απαλλάσσωνται από κάποιο πάθος της ψυχής των∙ και εδόξασα Εκείνον πού με την πηλό εκαθάρισε την πηλό, (δηλαδή με την ασθένεια της πήλινης σάρκας εκαθάρισε την αμαρτία της).


17. Ο νους ο νοερός οπωσδήποτε διαθέτει και νοερά αίσθησι. Αυτήν την αίσθησι πού και υπάρχει μέσα μας και δεν υπάρχει, ας την αναζητούμε συνεχώς[3]. Διότι όταν φανερωθή εκείνη, οι εξωτερικές αισθήσεις θα παύσουν μόνες τους να ενεργούν τα ιδικά τους. Αυτό ακριβώς έχοντας υπ΄ όψιν του ένας σοφός είπε: «Και θείαν αίσθησιν ευρήσεις».


18. Η μοναχική ζωή ας συντονίζεται πάντοτε από την καρδιακή αίσθησι και στα έργα και στα λόγια και στις σκέψεις και στις κινήσεις. Διαφορετικά δεν είναι μοναχική και μάλιστα αγγελική ζωή.


19. Άλλο πράγμα είναι η πρόνοια του Θεού και άλλο η βοήθειά Του και άλλο η προστασί Του και άλλο το έλεός Του και άλλο η παράκλησίς Του. Το μέν πρώτο εκτείνεται σε όλη την κτίσι, το δεύτερο μόνο στους πιστούς, το τρίτο στους πιστούς, στους πραγματικά πιστούς, το τέταρτο σε όσους Τον υπηρετούν, το δε τελευταίο σε όσους Τον αγαπούν.


20. Μερικές φορές το φάρμακο του ενός είναι δηλητήριο για τον άλλο. Μερικές δε φορές το ίδιο παρασκεύασμα στον ίδιο άνθρωπο, αν προσφέρεται στον καιρό του είναι φάρμακο, και αν όχι, δηλητήριο.


21. Είδα έναν ανόητο ιατρό να εξουδενώνη κάποιον συντετριμμένο ασθενή και να μη του προξενή τίποτε άλλο παρά την απελπισία. Και είδα άλλον συνετό να χειρουργή με τις εξουδενώσεις κάποια υπερήφανη καρδιά και να αδειάζη όλη την δυσωδία της. Είδα έναν ασθενή, ο οποίος προκειμένου να καθαρισθή από κάποιο σαρκικό μολυσμό ήπιε το φάρμακο της υπακοής και εθεραπεύθη και εκινείτο και εβάδιζε και δεν ενύσταζε. Και είδα τον ίδιο άρρωστο να ασθενή κάποτε κατά τον ψυχικό οφθαλμό, και (να χρησιμοποιή διαφορετικό φάρμακο για την θεραπεία του), να καταφεύγη δηλαδή στην ησυχία και στην σιωπή. «Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω» (Λουκ. ιδ΄ 35).


22. Μερικοί, δεν γνωρίζω πώς -ούτε άλλωστε συνηθίζω να εξετάζω υπερήφανα του Θεού τα δώρα- εκ φύσεως έχουν κλίσι προς την εγκράτεια ή την ησυχαστική ζωή ή την αγνότητα ή το απαρρησίαστον ή την πραότητα ή την κατάνυξι. Και υπάρχουν άλλοι που έχουν σ΄αυτές τις αρετές αντίπαλο την ίδια την φύσι τους, και αναγκάζονται να εκβιάζουν όσο μπορούν τον ίδιο τον εαυτό τους. Αυτούς, αν και κάποτε νικώνται, τους εκτιμώ περισσότερο από τους πρώτους, διότι είναι βιασταί της φύσεώς των.

Μη καυχάσαι, άνθρωπε, για πλούτο που απέκτησες άκοπα. Διότι ο δωρεοδότης Θεός, γνωρίζοντας από πρίν την μεγάλη βλάβη και την ασθένεια και την καταστροφή πού σε ανέμεναν, σου εχάρισε τα άμισθα αυτά προτερήματα για να κατορθώση κάπως να σε σώση. Αλλά και η παιδαγωγία και η αναστροφή και οι ασχολίες που είχαμε από την νηπιακή ηλικία και εξής, παίζουν τον ρόλο τους στην αρετή και στην μοναχική ζωή, και αναλόγως ή μας βοηθούν ή μας δυσκολεύουν.


23. Φώς των μοναχών είναι οι Άγγελοι και φώς όλων των ανθρώπων η ζωή των μοναχών. Γι΄αυτό ας προσπαθούν οι μοναχοί, ώστε σε όλα και σε όλους να δίδουν το καλό παράδειγμα «μηδεμίαν εν μηδενί διδόντες προσκοπήν» (Β΄ Κορινθ. ς΄ 3) είτε με τα έργα τους είτε με τα λόγια τους. Διότι «εί το φώς σκότος γένηται, το σκότος», δηλαδή όσοι ζούν στον κόσμο, «πόσον άρα σκοτισθήσονται»; (πρβλ. Ματθ. ς΄ 23).


24. Αν ίσως και πείθεστε σ΄εμένα, όσοι θέλετε, σας συνιστώ ως καλό να μη κάνωμε πολυποίκιλο τον εαυτό μας και να μη τεμαχίζωμε την αθλία ψυχή μας, ώστε να πολεμά με χίλιες χιλιάδες και μύριες μυριάδες εχθρούς. Διότι δεν θα κατορθώσωμε ποτέ να γνωρίσωμε ή να ανακαλύψωμε όλες τις πανουργίες τους. Με την βοήθεια της Αγίας Τριάδος διά των τριών ας εξοπλισθούμε εναντίον των τριών[4]. Διαφορετικά θα προξενήσωμε πολλούς κόπους στον εαυτό μας.


25. Πραγματικά! Εάν έλθη κοντά και σ΄εμάς «ο μεταστρέφων την θάλασσαν είς ξηράν» (Ψαλμ. ξε΄ 6), θα την διαβή οπωσδήποτε χωρίς τρικυμία και ο ιδικός μας Ισραήλ, δηλαδή ο νους πού βλέπει τον Θεόν[5], και θα ιδή τους Αιγυπτίους να πνίγωνται μέσα στα ύδατα των δακρύων.

Όταν όμως Εκείνος δεν κατοική μέσα μας, τότε «ήχους κυμάτων αυτής», δηλαδή της σαρκός, «τις υποστήσεται»; (Ψαλμ. ξδ΄ 8). Εάν αναστηθή μέσα μας ο Θεός με την πράξι, «διασκορπισθήσονται οι εχθροί αυτού». Και εάν Τον πλησιάσωμε με την θεωρία, θα φύγουν «οι μισούντες αυτόν και ημάς, από προσώπου αυτού και ημών» (πρβλ. Ψαλμ. ξζ΄ 2).


26. Ας προσπαθήσωμε να μάθωμε τα θεία με ιδρώτες μάλλον παρά με ξηρά λόγια. Διότι στην ώρα του θανάτου θα χρειασθή να δείξωμε όχι λόγια, αλλά έργα.


27. Εκείνοι που άκουσαν ότι υπάρχει κάπου κρυμμένος θησαυρός, τον αναζητούν. Και επειδή εμόχθησαν πολύ στην αναζήτησί του, διαφυλάττουν με αγωνία το εύρημα. Ενώ εκείνοι πού επλούτησαν άκοπα, σκορπίζουν με ευκολία τα πλούτη τους.


28. Είναι δύσκολο να νικήση κάποιος τις προλήψεις. Εκείνοι δε που συνεχώς τις επαυξάνουν, ή απελπίσθηκαν από τον εαυτό τους ή δεν ωφελήθηκαν καθόλου από την αποταγή. Αλλά γνωρίζω ότι «πάντα δύναται ο Θεός∙ αδυνατεί δε αυτώ ουδέν» (Ιώβ μβ΄ 2).


29. Μου έθεσαν μερικοί κάποιο πολύ δύσκολο θεωρητικό πρόβλημα, ανώτερο από τις δυνάμεις εκείνων πού ευρίσκονται στα ιδικά μου μέτρα, και το οποίο δεν περιείχετο σε κανένα από τα βιβλία που ήλθαν στα χέρια μου. Μου έλεγαν δηλάδη: «Ποια είναι τα ιδιαίτερα τέκνα καθενός εκ των οκτώ πονηρών λογισμών; Και ποιος από τους τρεις πρώτους είναι γεννήτωρ των υπολοίπων πέντε»; Εγώ τότε προβάλλοντας στην απορία αξιέπαινη άγνοια, έμαθα από τους οσιωτάτους άνδρας τα εξής:

Μητέρα της πορνείας είναι η γαστριμαργία, της ακηδίας η κενοδοξία. Η λύπη είναι τέκνο και των τριών καθώς και η οργή. Μητέρα της υπερηφανείας είναι πάλι η κενοδοξία.

Εγώ τότε λαμβάνοντας τον λόγο έλεγα προς τους αειμνήστους εκείνους: «Σας ικετεύω να μου μάθετε έν συνεχεία και των οκτώ πονηρών λογισμών τα τέκνα, και συγκεκριμένα από πού γεννάται το καθένα».

Και με εδίδασκαν με πολλή καλωσύνη οι απαθείς εκείνοι, λέγοντάς μου ότι δεν ευρίσκεται τάξις και σύνεσις στους ασυνέτους, αλλά μάλλον αταξία και ακαταστασία. Με έπειθαν δε οι μακάριοι με πειστικά παραδείγματα, φέροντας πάρα πολλά αποδεικτικά επιχειρήματα, έκ των οποίων μερικά τα συμπεριλαμβάνομε στον παρόντα λόγο, ώστε από αυτά να διαφωτισθούμε και για τα υπόλοιπα.

Επί παραδείγματι: Ο άκαιρος γέλως άλλοτε γεννάται από την πορνεία, άλλοτε από την κενοδοξία -όταν κανείς καυχάται μέσα του άτακτα-, και άλλοτε από την τρυφή.

Ο πολύς ύπνος άλλοτε γεννάται από την τρυφή, άλλοτε και από την νηστεία -όταν οι νηστεύοντες υπερηφανεύωνται-, άλλοτε από την ακηδία και άλλοτε από φυσική ανάγκη.

Η πολυλογία άλλοτε γεννάται από την γαστριμαργία και άλλοτε από την κενοδοξία.

Η ακηδία άλλοτε γεννάται από την τρυφή και άλλοτε από την αφοβία του Θεού.

Η βλασφημία είναι ως επί το πλείστον γέννημα της υπερηφανείας. Πολλές φορές όμως και της εσωτερικής κατακρίσεως ή και του ακαίρου φθόνου των δαιμόνων. Η σκληροκαρδία προέρχεται ενίοτε από τον χορτασμό, συχνότερα όμως από την αναισθησία και την προσπάθεια.

Η προσπάθεια πάλι προέρχεται από την πορνεία ή την φιλαργυρία ή την κενοδοξία και από άλλα πολλά.

Η πονηρία πάλι από την οίησι και την οργή.

Η υποκρισία από την αυταρέσκεια και την ιδιορρυθμία.

Τα δε αντίθετά τους, από τους αντιθέτους γονείς.

Και για να μην πολυλογώ -διότι δεν θα μου επαρκέση ο χρόνος, αν θελήσω να εξετάσω το καθένα χωριστά-, όλων αυτών των παθών κατά κύριον λόγον είναι φονεύτρια η ταπείνωσις. Όσοι την απέκτησαν τα ενίκησαν όλα.


30. Γεννήτρια όλων των κακών είναι η ηδονή και η πονηρία. Όποιος τις έχει μέσα του δεν πρόκειται να ιδή τον Κύριον. Καθόλου δεν θα μας ωφελήση η αποχή από την πρώτη, εάν δεν απομακρύνωμε και την δευτέρα.


31. Ας παίρνωμε παράδειγμα φόβου Θεού από τον φόβο προς τους άρχοντας και τα θηρία. Και για την αγάπη προς τον Θεόν ας σου γίνη υπόδειγμα ο σαρκικός έρωτας. Δεν μας εμποδίζει δε τίποτε να παίρνωμε υποδείγματα για τις αρετές από τα αντίθετά τους.


32. Επονήρευσε άσχημα η παρούσα γενεά και κυριεύθηκε εξ ολοκλήρου από την οίησι και την υποκρισία. Ίσως να παρουσιάζη σωματικούς κόπους σαν εκείνους των αρχαίων Πατέρων, αλλά δεν αξιώνεται να λάβη και τα χαρίσματα εκείνων∙ αν και, νομίζω, ποτέ άλλοτε όσο σήμερα η ανθρωπίνη φύσις δεν είχε ανάγκη από χαρίσματα. Δικαίως όμως το επάθαμε αυτό, γιατί ο Θεός δεν εμφανίζεται στους κόπους, αλλά στην απλότητα και στην ταπείνωσι. Αν και η δύναμις του Κυρίου «τελειούται» στην ασθένεια και στην κακοπάθεια (Β΄ Κορ. ιβ΄ 9), δεν περιφρονεί όμως ο Κύριος τον εργάτη της ταπεινοφροσύνης.


33. Όταν ιδούμε κάποιον από τους αθλητάς του Χριστού να πάσχη σωματικώς, ας μη προσπαθήσωμε με πονηρή διάθεσι να εξακριβώσωμε το κρίμα και την αιτία της ασθενείας του. Είναι καλύτερο να τον δεχθούμε με απλή και απονήρευτη αγάπη και να τον θεραπεύσωμε σαν μέλος του σώματός μας και σαν συστρατιώτη μας πού πληγώθηκε στον πόλεμο.


34. Άλλες ασθένειες έρχονται για να καθαρίσουν τα πταίσματά μας, και άλλες για να ταπεινώσουν το φρόνημά μας. Ο αγαθός και πανάγαθος Δεσπότης και Κύριός μας, όταν πολλές φορές βλέπη μερικούς πολύ οκνηρούς στην άσκησι, τότε με την ασθένεια, ωσάν με πιο άκοπη άσκησι, ταπεινώνει την σάρκα τους. Κάποτε μάλιστα με αυτόν τον τρόπο καθαρίζει και την ψυχή από τους πονηρούς λογισμούς και από τα πάθη.


35. Όλα όσα μας συμβαίνουν, είτε ορατά είναι αυτά είτε αόρατα, μπορούμε να τα δεχθούμε και με καλό τρόπο και με εμπαθή και με μεσαίο.

Είδα τρεις αδελφούς πού έπαθαν κάποιο ατύχημα∙ ο πρώτος αγανάκτησε, ο δεύτερος δεν ελυπήθηκε και ο τρίτος αισθάνθηκε πολλή χαρά.


36. Είδα γεωργούς πού έσπερναν τον ίδιο σπόρο, για να εξοφλήση τα χρέη του. Ο άλλος, για να αποκτήση πλούτο. Ο άλλος, για να προσφέρη δώρα στον Δεσπότη Χριστό. Ο άλλος, για να θηρεύη έπαινο από τους διαβάτες πού θα έβλεπαν την καλλιέργειά του. Ο άλλος, για να προξενήση θλίψι στον εχθρό του, κάνοντάς τον να ζηλεύη. Και ο άλλος, για να μην ονειδίζεται από τους ανθρώπους ως αργός. Οι προηγούμενοι αυτοί γεωργοί ονομάζονται: νηστεία, αγρυπνία, ελεημοσύνη, διακονία κλπ.

Τους δε σκοπούς κάθε ενεργείας ας προθυμοποιηθούν να τους εξακριβώσουν μόνοι τους οι αδελφοί με την βοήθεια του Κυρίου.


37. Μερικές φορές, καθώς αντλούσαμε νερό από τις πηγές, αντλήσαμε μαζί με αυτό, χωρίς να το καταλάβωμε, και έναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργούμε τις αρετές, υπηρετούμε και τις κακίες πού χωρίς να φαίνωνται είναι συμπεπλεγμένες μαζί τους.

Επί παραδείγματι: Με την φιλοξενία συμπλέκεται η γαστριμαργία, με την αγάπη η πορνεία, με την διάκρισι η δεινότης[6], με την φρόνησι η πονηρία, με την πραότητα η υπουλότης και η νωθρότης και η οκνηρία και η αντιλογία και η ιδιορρυθμία και η ανυπακοή. Με την σιωπή η διδασκαλική υπεροψία, με την χαρά η οίησις, με την ελπίδα η οκνηρία, με την αγάπη πάλι η κατάκρισις, με την ησυχία η ακηδία και η οκνηρία, με την αγνότητα η πικρή συμπεριφορά, με την ταπεινοφροσύνη η παρρησία.

Σε όλα δε αυτά ακολουθεί ωσάν κοινό κολλύριο, ή μάλλον δηλητήριο, η κενοδοξία.


38. Ας μη λυπούμεθα, όταν επί πολλά έτη ζητούμε κάτι από τον Κύριον, και δεν μας εισακούη. Ο Κύριος βέβαια θα ήθελε να γίνουν όλοι οι άνθρωποι μέσα σε μία στιγμή απαθείς, [αλλά σαν προγνώστης γνωρίζει ότι δεν είναι συμφέρον τους]. Όλοι όσοι προσεύχονται και δεν εισακούονται από τον Θεόν τα αιτήματά τους, οπωσδήποτε για κάποια από τις εξής αιτίες δεν εισακούονται: Ή διότι ζητούν πρό της ώρας ή διότι ζητούν με αναξιότητα και κενοδοξία ή διότι, εάν εισακούονταν, επρόκειτο να υπερηφανευθούν ή να πέσουν μετά την απόκτησι του αιτήματός των σε αμέλεια.


39. Έφυγαν όλα τα πάθη από μερικούς ανθρώπους, όχι μόνο πιστούς, αλλά και απίστους, εκτός από ένα πάθος, (δηλαδή την υπερηφάνεια). Αφέθηκε μόνο αυτό, διότι μπορεί να αναπληρώση όλα τα άλλα, εφ΄ όσον είναι το πρωταρχικό κακό και έχει τόση μεγάλη βλαπτικότητα, ώστε και από τους ουρανούς να ρίχνη κάτω Αγγέλους.


40. Κανείς, νομίζω, δεν αμφιβάλλει ότι οι δαίμονες και τα πάθη φεύγουν από την ψυχή ή για ωρισμένο καιρό ή για πάντοτε. Ολίγοι όμως γνωρίζουν πόσες είναι οι αιτίες και οι τρόποι αυτής της απομακρύνσεως.

Καίγεται το υλικό (των αμαρτημάτων) και εξαφανίζεται με το θεϊκό πύρ[7]. Όταν δε το υλικό εκριζωθή και η ψυχή καθαρισθή, τότε παίρνουν και τα πάθη τον δρόμο της αναχωρήσεως. (Έπειτα όμως χρειάζεται πολλή προσοχή), μήπως και τα τραβήξωμε πάλι κοντά μας με την υλόφρονα ζωή και την ραθυμία μας. Φεύγουν ακόμη επίτηδες οι δαίμονες, για να μας ρίξουν στην αμεριμνησία, ώστε έπειτα αιφνιδίως να επιτεθούν και να αρπάξουν την αθλία ψυχή μας.

Γνωρίζω και μία άλλη υποχώρησι πού κάνουν τα θηρία: Υποχωρούν όταν η ψυχή υποστή μεγάλο εθισμό στα πάθη και ταυτισθή είς το έπακρον μαζί τους, διότι πλέον γίνεται η ίδια εχθρός και επίβουλος του εαυτού της. Παράδειγμα σ΄αυτό έχομε τα νήπια, τα οποία ύστερα από μακροχρόνιο συνήθεια θηλασμού, θηλάζουν αντί μαστού τα δάκτυλά τους.

Γνωρίζω και μία Πέμπτη ακόμη απάθεια, η οποία έρχεται στην ψυχή από πολλή απλότητα και επαινετή ακεραιότητα. Διότι «δικαία η βοήθεια αυτών παρά του Θεού, ο οποίος σώζει τους ευθείς τη καρδία» (Ψαλμ. ζ΄ 11), και τους απαλλάσσει από τα κακά χωρίς αυτοί να το αντιλαμβάνωνται. Όπως ακριβώς και τα νήπια, ενώ έχουν γυμνωθή, δεν το καταλαβαίνουν και τόσο.


41. Η κακία και το πάθος δεν υπάρχουν εκ φύσεως στην ανθρώπινη φύσι, διότι ο Θεός δεν είναι δημιουργός παθών. Αντιθέτως, από Αυτόν εδημιουργήθηκαν μέσα στους ανθρώπους πολλές φυσικές αρετές, από τις οποίες εύκολα διακρίνονται: Η ελεημοσύνη, αφού και οι ειδωλολάτρες είναι ευσπλαγχνικοί∙ η αγάπη, αφού και τα άλογα ζώα πολλές φορές εδάκρυσαν για την στέρησί τους από τα άλλα∙ η πίστις, αφού υπάρχει έμφυτη μέσα σε όλους μας∙ η ελπίς, αφού και όταν δανειζώμαστε και όταν δανείζωμε και όταν ταξειδεύωμε στην θάλασσα και όταν σπείρωμε, πάντοτε ελπίζομε κάτι καλύτερο.

Εάν λοιπόν, όπως απεδείχθη, η αγάπη είναι φυσική αρετή των ανθρώπων, ακόμη δε είναι «σύνδεσμος και πλήρωμα νόμου» (Κολ. Γ΄ 14, Ρωμ. ιγ΄ 10), άρα οι αρετές δεν είναι ξένες προς την ανθρώπινη φύσι. Ας αισχυνθούν λοιπόν όσοι προβάλλουν αδυναμία στην απόκτησί τους.


42. Αρετές υπέρ την ανθρωπίνη φύσι είναι: Η αγνότης, η αοργησία, η ταπεινοφροσύνη, η προσευχή, η αγρυπνία, η νηστεία, η συνεχής κατάνυξις. Σε άλλες από αυτές έχομε πρότυπα και διδασκάλους ανθρώπους, σε άλλες Αγγέλους[8] και σε άλλες ο ίδιος ο Θεός Λόγος είναι διδάσκαλος και χορηγός.


43. Όταν έχωμε εμπρός μας δύο κακά, πρέπει να εκλέγωμε το ελαφρότερο. Επί παραδείγματι: Πολλές φορές ενώ προσευχόμεθα, μας ήλθαν αδελφοί. Και αναγκαστικά θα κάνωμε ένα από τα δύο , ή θα σταματήσωμε την προσευχή, ή θα λυπήσωμε τον αδελφό μας αφίνοντάς τον να φύγη άπρακτος. (Σ΄αυτή την περίπτωση πρέπει να σκεφθούμε, ότι) η αγάπη είναι ανώτερη από την προσευχή, διότι κατά κοινήν ομολογία η προσευχή είναι μία επί μέρους αρετή, ενώ η αγάπη τις περικλείει όλες.

Κάποτε -άλλη περίπτωσις- όταν ήμουν ακόμη νέος επήγα σε κάποια πόλι ή σε κάποια κωμόπολι, (δεν ενθυμούμαι ακριβώς), και καθώς εκάθησα στο τραπέζι μου επετέθηκαν συγχρόνως οι λογισμοί της γαστριμαργίας και της κενοδοξίας. Και επροτίμησα να νικηθώ από την κενοδοξία, (δηλαδή να εγκρατευθώ και να επαινεθώ ως ασκητικός και νηστευτής), διότι εφοβήθηκα το τέκνο της κοιλιοδουλείας, (δηλαδή την πορνεία). Εγώ εγνώρισα ότι στους νέους πολλές φορές ο δαίμων της γαστριμαργίας νικά τον δαίμονα της κενοδοξίας. Αυτό είναι και πιο φυσικό.


44. Για τους κοσμικούς «ρίζα πάντων των κακών η φιλαργυρία» (Α΄ Τιμ. ς΄ 10), ενώ για τους μοναχούς η γαστριμαργία.

Σε ανθρώπους πνευματικούς αφίνει πολλές φορές ο Θεός κατ΄ οικονομά μερικά ασήμαντα πάθη. Κατηγορώντας δε αυτοί συνεχώς τον εαυτόν τους για τα μικρά και αθώα αυτά πάθη, αποκτούν αναφαίρετο πλούτο ταπεινοφροσύνης.


45. Στα πρώτα βήματα της μοναχικής ζωής αυτός πού δεν ευρίσκεται κάτω από υπακοή δεν είναι δυνατόν να αποκτήση ταπείνωσι, διότι καθένας πού μαθαίνει μόνος του μία τέχνη περιπίπτει σε εγωϊσμό και επίδειξι.


46. Σε δύο γενικώτατες αρετές καθώρισαν οι Πατέρες την πρακτική ζωή, (στην νηστεία δηλαδή και στην υπακοή). Και πολύ φυσικά, διότι η μία από αυτές φονεύει τις ηδονές, ενώ η άλλη χορηγώντας ταπείνωσι εξασφαλίζει τηνεπιτυχία της προηγουμένης. Ομοίως και το πένθος έχει δύο καλά, εφ΄ όσον και την αμαρτία φονεύει και την ταπεινοφροσύνη προξενεί.


47. Ίδιον των ευσεβών είναι να δίδουν στον καθένα που ζητεί. Των ευσεβεστέρων, και σε εκείνον που δεν ζητεί. Αλλά το να μη διεκδική κανείς αυτό που του αφαίρεσαν, και μάλιστα όταν έχη την δύναμι, αυτό είναι μάλλον ίδιον μόνο των απαθών.


48. Ας μη παύσωμε να εξετάζωμε πού ευρίσκεται ο εαυτός μας σε κάθε πάθος και σε κάθε αρετή: στην αρχή, στη μέση ή στο τέλος; Όλοι οι πόλεμοι των δαιμόνων εναντίον μας οφείλονται σε μία από τις εξής αιτίες: στην φιληδονία ή στην υπερηφάνεια ή στον φθόνο των δαιμόνων. Από αυτούς, οι πόλεμοι της τελευταίας περιπτώσεως είναι μακάριοι, της δευτέρας πανάθλιοι και της πρώτης αχρείοι ολωσδιόλου.


49. Υπάρχει κάποια αίσθησις ή μάλλον έξις πού ονομάζεται «φερέπονος». Όποιος αιχμαλωτισθή απ΄αυτήν, δεν πρόκειται να δειλιάση ποτέ και να αποστραφή τον κόπο και τον πόνο. Από την αοίδιμη αυτήν αίσθησι και έξι εκρατήθηκαν και οι ψυχές των Μαρτύρων και έτσι κατεφρόνησαν με ευκολία τα βασανιστήρια.


50. Άλλο πράγμα είναι η φυλακή των λογισμών και άλλο η τήρησις του νοός. Όσο απέχει η ανατολή από την δύσι, τόσο είναι πιο υψηλή και πιο κοπιαστική η δευτέρα από την πρώτη.


51. Άλλο πράγμα είναι το να προσεύχεσαι εναντίον των λογισμών, άλλο το να αντιλέγης προς αυτούς και άλλο το να τους εξουθενώνης και να τους αφίνης οπίσω σου. Για το πρώτο μαρτυρεί εκείνος που είπε: «Ο Θεός, είς την βοήθειάν μου πρόσχες» κ.λ.π. (Ψαλμ. ξθ΄ 2). Για το δεύτερο εκείνος που είπε: «Και αποκριθήσομαι τους ονειδίζουσί μοι λόγον αντιρρητικόν» (πρβλ. Ψαλμ. ριη΄ 42) ή «έθου ημάς είς αντιλογίαν τοίς γείτοσιν ημών» (Ψαλμ. οθ΄ 7). Και για το τρίτο μαρτυρεί πάλι εκείνος που έψαλε: «Εκωφώθην και ούκ ήνοιξα το στόμα μου» (Ψαλμ. λη΄ 10) ή «εθέμην αυτώ φυλακή έν τώ συστήναι τον αμαρτωλόν εναντίον μου» (Ψαλμ. λη΄ 2) ή «υπερήφανοι παρηνόμουν έως σφόδρα, από δε της σής θεωρίας εγώ ούκ εξέκλινα» (πρβλ. Ψαλμ. ριη΄ 51).

Όποιος χρησιμοποιεί τον δεύτερο τρόπο αναγκάζεται πολλές φορές να χρησιμοποιήση τον πρώτο, επειδή ευρίσκεται απροετοίμαστος. Όποιος χρησιμοποιεί τον πρώτο δεν μπορεί ακόμη να απομακρύνη τους εχθρούς με τον δεύτερο τρόπο. Και όποιος χρησιμοποιεί τον τρίτο, έφτυσε και εξευτέλισε ολωσδιόλου τους δαίμονας[9].


52. Είναι έκ φύσεως αδύνατον, ένα πράγμα ασώματο (όπως π.χ. ο νους) να περιορίζεται εντός του σώματος. Όλα όμως είναι δυνατά σε εκείνον που απέκτησε μέσα του τον Θεόν.


53. Εκείνοι πού έχουν καλή όσφρησι μπορούν να αντιληφθούν κάποιον πού έχει επάνω του κρυμμένα αρώματα. Ομοίως και μία καθαρή ψυχή, όταν πλησιάση κάποιον πού έχει την ευωδία πού και αυτή απέκτησε από τον Θεόν ή την δυσωδία πού και αυτήν κάποτε είχε αλλά τώρα ελευθερώθηκε τελείως, αμέσως τις αντιλαμβάνεται, την στιγμή που οι άλλοι γύρω δεν αισθάνονται τίποτε.


54. Να γίνουν όλοι απαθείς δεν είναι βεβαίως δυνατόν. Να σωθούν όμως όλοι και να συμφιλιωθούν με τον Θεόν δεν είναι αδύνατον.


55. Μη αφήσης να κυριαρχήσουν επάνω σου οι αλλόφυλοι εκείνοι λογισμοί πού αρέσκονται να πολυεξετάζουν τα μυστικά και ανεξιχνίαστα σχέδια του Θεού ή τις οπτασίες πού εμφανίζονται σε μερικούς ανθρώπους∙ και οι οποίοι σου παρουσιάζουν, χωρίς να το καταλάβης, τον Θεόν ως προσωπολήπτη. Οι λογισμοί αυτοί και είναι και με ευκολία αναγνωρίζονται ως τέκνα της οιήσεως.


56. Συναντάται πολλές φορές ένας δαίμων της φιλαργυρίας πού υποκρίνεται την ταπεινοφροσύνη. (Συνιστά δηλαδή να μην ελεούμε, για να μην πέσωμε δήθεν στην ανθρωπαρέσκεια και στην κενοδοξία). Και συναντάται αντιθέτως ένας δαίμων της κενοδοξίας, καθώς και της φιληδονίας, πού μας προτρέπει στην ελεημοσύνη. Αν λοιπόν καθαρισθούμε και από τα δύο αυτά πάθη, ας μην παύσωμε να ελεούμε σε κάθε περίστασι.


57. Είπαν μερικοί ότι οι δαίμονες έρχονται σε αντίθεσι μεταξύ τους. Εγώ όμως εγνώρισα καλά ότι όλοι επιζητούν την καταστροφή μας.


58. Πρίν από κάθε πνευματική εργασία είτε εξωτερική είτε εσωτερική προηγείται η ιδική μας πρόθεσις και ο εξαίρετος πόθος μας, καθώς και η βοήθεια του Θεού. Και εάν εμείς δεν καταβάλωμε τα δύο πρώτα, το τελευταίο, (η βοήθεια δηλαδή του Θεού), δεν πρόκειται να επακολουθήση.


59. Όπως λέγει ο Εκκλησιαστής, «καιρός παντί πράγματι τώ υπό τον ουρανόν» (γ΄ 1). Στο «παντί πράγματι» συμπεριλαμβάνεται και κάθε τι που ανήκει στην ιερή ζωή των μοναχών. Γι΄αυτό αν το νομίζετε καλό, ας το λάβωμε αυτό σοβαρά υπ΄όψιν μας και ας επιζητούμε σε κάθε καιρό τα αρμόδια. Διότι οπωσδήποτε σε όλους τους αγωνιζομένους υπάρχει καιρός της απαθείας και, όταν είναι πνευματικώς νήπιοι, ο καιρός της εμπαθείας. Καιρός των δακρύων και καιρός της σκληροκαρδίας. Καιρός της υποταγής και καιρός της προσταγής. Καιρός νηστείας και καιρός φαγητού. Καιρός πολέμου κατά του εχθρού πού λέγεται σώμα και καιρός που ατονεί και θανατώνεται η σαρκική πύρωσις. Καιρός ψυχικής κακοκαιρίας και καιρός ψυχικής γαλήνης. Καιρός καρδιακής λύπης και καιρός χαράς πνευματικής. Καιρός διδασκαλίας και καιρός ακροάσεως. Καιρός σαρκικών μολυσμών -ίσως από την οίησι- και καιρός καθαρισμού λόγω της ταπεινώσεως. Καιρός πάλης και καιρός ασφαλείας και αναπαύσεως. Καιρός ησυχίας και καιρός ευτάκτου περισπασμού. Καιρός αδιαλείπτου προσευχής και καιρός καθαράς και ειλικρινούς διακονίας.

Ας μην επιζητούμε λοιπόν απατημένοι από εγωϊστικό ζήλο τα του καιρού πρό του καιρού ούτε τά του θέρους στον χειμώνα ούτε τά του θερισμού στην σπορά. Άλλος είναι ο καιρός πού θα σπείρωμε τους πνευματικούς μας κόπους και άλλος ο καιρός πού θα θερίσωμε τις ανεκδιήγητες χάριτες. Αν δεν κάνωμε έτσι, δεν θα αποκομίσωμε ούτε τα αρμόδια στον καιρό τους.


60. Μερικοί έλαβαν από τον Θεόν τις άγιες αμοιβές των κόπων τους πρίν από τους καμάτους, άλλοι μετά τους καμάτους και άλλοι την ώρα του θανάτου, σύμφωνα με την ανεκδιήγητη οικονομία του Θεού. Αξίζει δε να ερευνήσωμε σε ποια από αυτές τις περιπτώσεις συμβαδίζει περισσότερο η ταπεινοφροσύνη. (Οπωσδήποτε στην τελευταία).


61. Υπάρχει απόγνωσις πού οφείλεται στο πλήθος των αμαρτιών και στο βάρος της συνειδήσεως και στην αφόρητη λύπη, διότι γέμισε ολωσδιόλου η ψυχή από τραύματα και καταποντίσθηκε από το βάρος τους στον βυθό της απογνώσεως. Και υπάρχει άλλη απόγνωσις πού μας συμβαίνει από υπερηφάνεια και οίησι, διότι θεωρούμε ότι δεν άξιζε να πάθη μία τέτοια πτώσι ο εαυτός μας. Τούτο είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα που θα διακρίνη ένας προσεκτικός παρατηρητής στην κάθε μία: Στην πρώτη παραδίδεται ο άνθρωπος στην αδιαφορία, ενώ στην δευτέρα συνεχίζει με απόγνωσι τους ασκητικούς του αγώνες – πράγμα επιζήμιο. Θεραπεία του ενός είναι η εγκράτεια και η ευελπιστία, και του άλλου η ταπείνωσις και το να μη κρίνη κανένα.


62. Ας μη θαυμάζωμε και άς μη παραξενευώμαστε, όταν βλέπωμε μερικούς να προφέρουν καλούς λόγους, ενώ διαπράττουν έργα πονηρά. (Αυτό προέρχεται από την οίησι). Και τον όφι άλλωστε εκείνον στον παράδεισο, η οίησις μάλλον τον κατέστρεψε, ανυψώνοντάς τον.


63. Σε κάθε ενέργειά σου και σε κάθε σου συμπεριφορά, είτε είσαι κάτω από υποταγή είτε όχι, είτε πρόκειται για κάτι φανερό είτε για κάτι εσωτερικό, να έχης ως τύπο και ως κανόνα τούτο, για να διακρίνης εάν αυτά γίνωνται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού: Εάν, δηλαδή, ένας αρχάριος επιτελή κάποιο πνευματικό έργο και δεν αποκτά από αυτό περισσοτέρα ταπείνωσι από ό,τι είχε, νομίζω, ότι το έργο αυτό δεν γίνεται κατά Θεόν, είτε μικρό είναι είτε μεγάλο.


64. Εμείς λοιπόν οι νήπιοι και αρχάριοι θα πληροφορούμεθα το θέλημα του Κυρίου με τον τρόπο που ανέφερα. Οι μεσαίοι, ίσως με το σταμάτημα των πολέμων του διαβόλου. Και οι τέλειοι, με την προσθήκη και την αφθονία του θείου φωτός.

Όσα κατορθώνουν οι μεγάλοι τα θεωρούν μικρά, χωρίς ίσως να είναι μικρά. Όσα όμως οι μικροί τα θεωρούν μεγάλα, δεν είναι οπωσδήποτε μεγάλα ούτε τέλεια.


65. Η ατμόσφαιρα πού καθάρισε από τα σύννεφα, μας παρουσίασε λαμπρό τον ήλιο. Και η ψυχή που απηλλάγη από τις προλήψεις και αξιώθηκε της αφέσεως των αμαρτιών, οπωσδήποτε αντίκρυσε το θείο φως.


66. Άλλο πράγμα είναι η αμαρτία και άλλο η αργία και άλλο η αμέλεια και άλλο το πάθος και άλλο η πτώσις. Όποιος μπορεί με την βοήθεια του Κυρίου να τα ερευνήση, ας τα ερευνήση προσεκτικά.


67. Μερικοί μακαρίζουν ανάμεσα στα πνευματικά χαρίσματα ό,τι φαίνεται εξωτερικά και ό,τι θαυματουργεί∙ και δεν γνωρίζουν ότι υπάρχουν πολλά αλλά ανώτερα και απόκρυφα, τα οποία γι΄αυτό και δεν χάνονται.


68. Εκείνος που επέτυχε την τελεία κάθαρσι, αν και δεν βλέπη την ίδια την ουσία της ψυχής του πλησίον, βλέπει όμως σε τι κατάστασι ευρίσκεται. Εκείνος που προοδεύει, αλλά δεν έφθασε ακόμη στην τελειότητα, αντιλαμβάνεται την ψυχική κατάστασι του πλησίον από τις σωματικές εκδηλώσεις του.


69. Ολίγη φωτιά εξαφάνισε πολλές φορές ολόκληρο δάσος. Ομοίως μία μικρή τρύπα σ΄ένα δοχείο μας κατέστρεψε όλον τον κόπο.


70. Συμβαίνει μερικές φορές, ώστε η ανάπαυσις του εχθρού μας, δηλαδή του σώματός μας, να διεγείρη τους λογισμούς χωρίς να επιφέρη σαρκική πύρωσι. Και άλλες φορές συμβαίνει, ώστε η καταπίεσις και η θλίψις του σώματος να προκαλή ακόμη και σαρκικές κινήσεις. Και τούτο, για να μη στηριζώμεθα στους εαυτούς μας, αλλά σ΄ Εκείνον, τον Θεόν δηλαδή, πού μπορεί και θανατώνει την ζωντανή, δηλαδή την σάρκα, με τρόπο που εμείς δεν γνωρίζομε.


71. Όταν ιδούμε κάποιους αδελφούς να μας δείχνουν έν Κυρίω πολλή αγάπη, προς αυτούς περισσότερο ας φυλάξωμε το απαρρησίαστον. Διότι τίποτε δεν διαλύει τόσο την αγάπη, όσο η παρρησία. Επί πλέον δημιουργεί και μίσος.


72. Ο οφθαλμός της ψυχής είναι νοερός και περικαλλής και, εάν εξαιρέσωμε τους Αγγέλους, υπερβαίνει στην ωραιότητα το καθετί. (Είναι δε και πολύ διεισδυτικός)∙ γι΄αυτό πολλές φορές μερικοί εμπαθείς κατώρθωσαν να διακρίνουν σε άλλες ψυχές πού τις αγαπούσαν υπερβολικά τις μυστικές σκέψεις τους. Και μάλιστα όταν δεν ήταν βυθισμένοι στα ακάθαρτα πάθη της σαρκός.


73. Σε εκείνο πού είναι άϋλο τίποτε δεν ανθίσταται τόσο, όσο εκείνο πού είναι υλικό[10]. Εάν αυτό συμβαίνει, ο αναγνώστης ας εξάγη μόνος του τα συμπεράσματα.


74. Οι παρατηρήσεις και οι κρίσεις των κοσμικών είναι συνήθως αντίθετες προς την πρόνοια του Θεού. Οι δε παρατηρήσεις και οι κρίσεις διαφόρων μοναχών είναι συνήθως αντίθετες προς την νοερά γνώσι πού χορηγεί ο Θεός. Οι πνευματικά αδύνατοι ας γνωρίζουν ότι τους επισκέπτεται ο Θεός, όταν παρουσιάζωνται σωματικές ταλαιπωρίες και κίνδυνοι και εξωτερικοί πειρασμοί, ενώ οι τέλειοι ας το γνωρίζουν από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος και από την προσθήκη των χαρισμάτων.


75. Υπάρχει κάποιος δαίμων πού μόλις πέσωμε στο κρεββάτι, μας πλησιάζει και μας κατατοξεύει με πονηρούς και ρυπαρούς λογισμούς. Αποσκοπεί δε να μας κάνη να κοιμηθούμε με ακάθαρτες σκέψεις, και να ιδούμε εν συνεχεία και ακάθαρτα όνειρα, εάν βεβαίως από οκνηρία δεν σηκωθούμε για προσευχή και δεν οπλισθούμε εναντίον του.


76. Υπάρχει ο λεγόμενος π ρ ό δ ρ ο μ ο ς των πονηρών πνευμάτων, ο οποίος μας υποδέχεται μόλις ξυπνήσωμε, και μολύνει την «πρωτόνοιά» μας, δηλαδή την πρώτη μας σκέψι. Να προσφέρης τις απαρχές της ημέρας σου στον Κύριον, διότι η ημέρα θα ανήκη σ΄εκείνον πού επρόλαβε την αρχή της. Κάποιος εξαίρετος αγωνιστής μου είπε έναν αξιάκουστο λόγο: «Από το πρωί καταλαβαίνω πώς θα περάσω την ημέρα μου».


77. Είναι πολλοί οι δρόμοι και της ευσεβείας και της απωλείας. Διά τούτο πολλές φορές, ενώ αντιτάσσεται κάποιος σε έναν για κάτι καλό, συμβαίνει να συμφωνή απόλυτα με έναν άλλο∙ (διότι τον άλλον τον θεωρεί ικανόν). Έτσι και των δύο ενεργειών του ο σκοπός είναι ευάρεστος στον Θεόν.


78. Όταν μας συμβαίνουν θλίψεις και πειρασμοί, οι δαίμονες μας παρακινούν να ειπούμε ή να πράξωμε κάτι αμαρτωλό. Και αν δεν μπορέσουν, τότε πλησιάζουν αθόρυβα και μας προτρέπουν να προσφέρωμε στον Θεόν ευχαριστία υπερήφανη.


79. Όσοι εφρόνησαν τα άνω, κατά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, προς τα άνω ανέρχονται μερικώς, (δηλαδή με την ψυχή μόνο). Και όσοι εφρόνησαν τα κάτω, προς τα κάτω ομοίως. Σ΄αυτά δε που χωρίζονται δεν υπάρχει τίποτε στο μέσον.


80. Ένα από τα κτίσματα, (δηλαδή η ψυχή), έλαβε το είναι της όχι στον εαυτό της, αλλά μέσα σε άλλο κτίσμα, (δηλαδή στο σώμα). Και είναι αξιοθαύμαστο, πώς μπορεί και υπάρχει (μετά τον θάνατο), χωρίς εκείνο μέσα στο οποίο έλαβε το είναι της.


81. Τις ευσεβείς θυγατέρες τις γεννούν οι μητέρες[11] και τις μητέρες ο Κύριος. Δεν είναι δε άστοχο να χρησιμοποιηθή αυτός ο κανών και στα αντίθετα, δηλαδή στις κακίες.


82. «Δειλός είς πόλεμον μη εξιέτω» (Δευτ. κ΄ 8), ορίζει ο Μωϋσής ή καλύτερα ο Θεός. Διότι υπάρχει κίνδυνος να υποστή αυτός την «εσχάτην πλάνην της ψυχής», η οποία φυσικά είναι βαρύτερη από την πρώτη, την πτώσι δηλαδή του σώματος[12].


Φως για όλα τα σωματικά μέλη είναι οι αισθητοί οφθαλμοί. Και νοερό φως για τις θείες αρετές είναι η διάκρισις.

***************

[1] Τρεις εννοεί την γαστριμαργία, φιλαργυρία και κενοδοξία, που θεωρούνται ρίζες των παθών. Στους τρεις αυτούς πειρασμούς επολεμήθηκε και ο Κύριος στην έρημο. Πέντε εννοεί την πορνεία, ακηδία, λύπη, οργή και υπερηφάνεια.

[2] Εννοεί τον αββά Λέοντα από την Καππαδοκία, ο οποίος προκειμένου να σώση τρεις μοναχούς που συνέλαβαν αιχμαλώτους οι Μάζικες -βερβερικός λαός της Βορείου Αφρικής- δεν εδίστασε να παραδοθή υπέρ αυτών και τελικά να υποστή μαρτυρικό θάνατος δι΄ αποκεφαλισμού. Το περιστατικό αναγράφεται στο Λαυσαϊκό.

[3] Η έκφρασις «νοερά αίσθησις» αποτελεί καθιερωμένο νηπτικό όρο. Συνώνυμος διατύπωσις είναι: «καρδιακή αίσθησις» ή «πνευματική αίσθησις». «Υπάρχει μέσα μας και δεν υπάρχει» σημαίνει ότι δεν υπάρχει, όταν ο νους δεν έχη καθαρθή από το σκότος των παθών και δεν έχη γίνει όχημα της Χάριτος. Με την νοερά αυτή αίσθησι γίνονται αντιληπτές οι θείες αποκαλύψεις, θεωρίες και οράσεις.

[4] Δηλαδή: Με τις τρεις μεγάλες αρετές να πολεμήσωμε τα τρία μεγάλα πάθη. Τα πάθη αυτά, όπως σχολι΄ζει και ο αββάς Ιωάννης της Ραϊθού, είναι η φιληδονία, η φιλαργυρία και η φιλοδοξία. Οι δε αρετές η εγκράτεια, η ταπείνωσις και η αγάπη.

[5] «Ισραήλ» κατά μία ερμηνευτική εκδοχή σημαίνει «ο βλέπων τον Θεόν». Στους μυστικούς Πατέρες ως Ισραήλ αλληγορείται ο κεκαθαρμένος νους πού αξιώθηκε της θείας θεωρίας και ελλάμψεως – «νους ορών τον Θεόν».

[6] «Δεινότητα» εδώ εννοεί την ικανότητα, την πανουργία, την εφευρετικότητα. Δηλαδή μπορεί κάποιος εν ονόματι της διακρίσεως να προβάλλη ποικίλα επιχειρήματα για να υποστηρίζει απόψεις, να δικαιολογεί ενέργειες, να καθησυχάζη την συνείδησί του κλπ.

[7] Δηλαδή με το πύρ της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος, το οποίο γίνεται αντιληπτό στους προχωρημένους ως αισθητό πύρ πού καίει χωρίς να καίη. Ή με πύρ του θείου πόθου, ο οποίος φλογίζει και θερμαίνει την καρδία των αγωνιστών.

[8] Στον Μέγαν Αντώνιο επί παραδείγματι και στον όσιο Παχώμιο εδίδαξε την προσευχή, όπως αναφέρεται στον βίο τους, θείος Άγγελος.

[9] Ο πρώτος τρόπος αρμόζει στους αρχαρίους, ο δεύτερος στους μεσαίους και ο τρίτος στους προχωρημένους και θεωρητικούς.

[10] Τον άϋλο δηλαδή και υψιπέτη νού τον θολώνει, τον αμαυρώνει και τον σύρει προς τα κάτω η σάρκα με τα πάθη της.

[11] Ως μητέρες χαρακτηρίζονται εδώ οι γενικές ή καθολικές ή περιεκτικές αρετές∙ και ως θυγατέρες οι επί μέρους αρετές.

[12] Το νόημα είναι το εξής: Κανείς δειλός και μικρόψυχος άς μη προχωρήση στον αγώνα της μοναχικής ζωής, μη τυχόν και πτοηθή και νικηθή και πέση όχι μόνο στην σαρκική αμαρτία, αλλά και στην πλήρη ψυχική απόγνωσι, η οποία χαρακτηρίζεται ως «εσχάτη πλάνη» της ψυχής.

Ιωάννης ο Σιναΐτης, Άγιος: Κλίμαξ - Λόγος ΚΣΤ΄ (Περί διακρίσεως - Μέρος β΄, Περί διακρίσεως ευδιακρίτου)

1. ΟΝ ΤΡΟΠΟΝ επιποθεί η έλαφος φλεγομένη τα νάματα» (Ψαλμ. μα΄ 2), έτσι είναι ποθητή στους μοναχούς η κατανόησις του αγαθού θείου θελήματος. Επί πλέον δε και του συγκεκραμένου, (όταν δηλαδή στο αγαθό υπάρχη και το κακό), καθώς επίσης και του αντιθέτου∙ περί των οποίων «πολύς ημίν όντως ο λόγος και δυσερμήνευτος» (Εβρ. ε΄ 11).
Δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς ποιες από τις μοναχικές μας υποθέσεις πρέπει να τακτοποιούνται ταχύτατα και χωρίς καμμία αναβολή, σύμφωνα με εκείνον πού λέγει: «Ουαί ο αναβαλλόμενος ημέραν εξ ημέρας» (πρβλ. Σ. Σειράχ ε΄ 7) και καιρόν εκ καιρού. Και ποιες πάλι, με ηρεμία και περίσκεψι, όπως μας συμβουλεύει εκείνος πού είπε: «Μετά κυβερνήσεως γίνεται πόλεμος» (Παρμ. κδ΄ 6)∙ καθώς επίσης: «Πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 40).

Δεν είναι! Όχι! Δεν είναι του τυχόντος να διακρίνη αμέσως και ευκρινώς τα δυσδιάκριτα αυτά πράγματα. Αφού και αυτός ο θεοφόρος Δαβίδ, που ωμιλούσε μέσα του το Άγιον Πνεύμα, πολλές φορές προσεύχεται γι΄αυτό. Και άλλοτε λέγει: «Δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι σύ εί ο Θεός μου» (Ψαλμ. ρμβ΄ 10). Άλλοτε: «Οδήγησόν με επί την αλήθειάν σου» (Ψαλμ. κδ΄ 5). Και άλλοτε: «Γνώρισόν μοι, Κύριε, οδόν έν ή πορεύσομαι, ότι προς σε από πάσης μερίμνης βιοτικής και πάθους, την ψυχήν μου ήρα και ύψωσα» (πρβλ. Ψαλμ. ρμβ΄ 8).

2. Όσοι επιθυμούν να μάθουν το θέλημα του Κυρίου, οφείλουν προηγουμένως να θανατώσουν το ιδικό τους. Αφού δε προσευχηθούν με πίστι και απονήρευτη απλότητα, ας ερωτήσουν με ταπείνωσι καρδίας και αδίστακτο λογισμό τους γέροντας ή και τους αδελφούς ακόμη, και ας δεχθούν τις συμβουλές τους σαν από το στόμα του Θεού, έστω και εάν είναι αντίθετες προς το θέλημά τους∙ έστω και εάν δεν είναι και τόσο πνευματικοί οι ερωτηθέντες∙ διότι δεν είναι άδικος ο Θεός να αφήση να πλανηθούν ψυχές πού με πίστι και ακακία εταπεινώθηκαν εμπρός στην συμβουλή και στην κρίσι του πλησίον.

Ακόμη και ανίδεοι εάν είναι αυτοί που ερωτώνται, εκείνος που απαντά με το στόμα τους είναι ο άϋλος και αόρατος Θεός.

Όσοι ακολουθούν αδίστακτα αυτόν τον κανόνα, είναι άνθρωποι με πολλή ταπείνωσι. Εάν κάποιος έθετε το πρόβλημά του εμπρός στον ήχο του Ψαλτηρίου (πρβλ. Ψαλμ. μη΄ 5), πόσο νομίζετε ότι υπερτερεί ο λογικός νούς και η νοερά ψυχή από τον ήχο ενός αψύχου πράγματος;

Πολλοί όμως από την αυταρέσκειά τους δεν αξιώθηκαν να ενστερνισθούν τον τέλειο και εύκολο αυτόν τρόπο. Αυτοί προσεπάθησαν να αντιληφθούν το θέλημα του Κυρίου με τις ιδικές τους δυνατότητες, και μας εξέφεραν επ’ αυτού πολυάριθμες και ποικίλες γνώμες.

3. Μερικοί, ασχολούμενοι με τα θέματα αυτά, εσταμάτησαν κάθε προσπάθεια του λογικού τους στο να δεχθή μία από τις δύο γνώμες τους, είτε την θετική είτε την αρνητική.

Και με γυμνό τον νου τους από το ιδικό τους θέλημα, προσευχήθηκαν θερμά στον Κύριον ωρισμένες ημέρες, και έτσι κατώρθωσαν να γνωρίσουν το θείον θέλημα. Δηλαδή: Ή κάποιος νους ωμίλησε νοερώς στον νου τους ή εξηφανίσθη τελείως ή μία γνώμη από την ψυχή.

Άλλοι από τις θλίψεις, τις ανωμαλίες και αποτυχίες πού συνέβησαν σε προσπάθειά τους, κατενόησαν (ότι δεν ήταν σύμφωνη με το θείον θέλημα και) ότι τα εμπόδια ήλθαν κατά παραχώρησι Θεού, στηριζόμενοι σ’ εκείνον πού είπε: «Ηθελήσαμεν ελθείν προς υμάς και άπαξ και δίς, και ενέκοψεν ημάς ο σατανάς» (Α΄ Θεσ. β΄ 18). Και άλλοι αντιθέτως από την ανέλπιστη συμπαράστασι πού εύρισκαν, αντελήφθησαν ότι η προσπάθειά τους είναι αρεστή στον Θεόν, και είπαν: «Παντί τω προαιρουμένω το αγαθόν συνεργεί ο Θεός» (πρβλ. Ρωμ. η΄ 28).

4. Όποιος απέκτησε μέσα του τον Θεόν δι’ ελλάμψεως, αυτός, και στα πράγματα που επείγουν και στα αντίθετα, πληροφορείται το θείον θέλημα με τον δεύτερο τρόπο, (την προσευχή), όχι όμως με αναμονή και πάροδο χρόνου.

5. Το να διστάζη κανείς στις κρίσεις και αποφάσεις και να μένη επί πολύ απληροφόρητος, αποδεικνύει ότι είναι ψυχή αφώτιστη και φιλόδοξη. Διότι δεν είναι ο Θεός άδικος να κλείνη την πόρτα σε όσους κρούουν ταπεινά. Σε όλα μας τα έργα, και στα άμεσα και στα απώτερα, ας αναζητούμε την σημασία που έχουν όσον αφορά τον Κύριον. Όλα όσα γίνονται χωρίς προσπάθεια και χωρίς μολυσμό, μόνο για τον Κύριον και όχι για τίποτε άλλο, αυτά και αν ακόμη δεν είναι τελείως αγαθά, όμως για αγαθά θα μας λογισθούν. Διότι έχει επικίνδυνη κατάληξι το να πολυλεπτολογούμε και να ερευνούμε πράγματα πού υπερβαίνουν τις δυνάμεις μας.

6. Μυστικό και ανεξιχνίαστο είναι το σχέδιο και το κρίμα πού έχει ο Θεός για μας. Πολλές φορές επί παραδείγματι θέλει να αποκρύψη από εμάς κατ’ οικονομία το θείον θέλημά Του, γνωρίζοντας πώς και αν το μάθωμε θα το παραβούμε, οπότε και θα τιμωρηθούμε περισσότερο.

7. Η ευθεία καρδία είναι απηλλαγμένη από τα πολύπλοκα και πολυειδή πράγματα, και ταξειδεύει ακίνδυνα με το πλοίο της ακακίας.

8. Υπάρχουν ανδρείες ψυχές που επιβάλλουν στον εαυτό τους αγώνες υπεράνω των δυνάμεών τους από έρωτα προς τον Θεόν και με ταπεινό φρόνημα στην καρδιά. Υπάρχουν όμως και υπερήφανες καρδιές που κάνουν το ίδιο. Έχουν δε οι εχθροί μας σκοπό να μας προτρέπουν πολλές φορές σε πράγματα ανώτερα των δυνάμεών μας, για να κουρασθούμε ψυχικά, να μη κατορθώσωμε έπειτα και όσα είναι των δυνάμεών μας, και να καταντήσωμε έτσι περίγελος στα μάτια τους.

9. Είδα μερικούς με αδύνατη ψυχή και ασθενικό σώμα να αποδύωνται για το πλήθος των αμαρτιών τους σε αγώνες ανωτέρους των δυνάμεών τους, αλλά τελικά να μη μπορούν να ανθέξουν. Εγώ τους είπα ότι στις περιπτώσεις αυτές ο Θεός κρίνει την μετάνοια ανάλογα με το μέτρο της ταπεινώσεως και όχι των καμάτων.

10. Μερικές φορές η κακή ανατροφή αποτελεί την αιτία πολύ μεγάλων αμαρτιών. Επίσης και η κακή συναναστροφή. Πολλές όμως φορές μία διεστραμμένη ψυχή επαρκεί μόνη της για την καταστροφή της. Όποιος εσώθηκε από τα δύο πρώτα, εσώθηκε ίσως και από το τρίτο. Όποιος όμως έχει το τρίτο, σε οποιοδήποτε τόπο και αν ευρεθή, δεν προκόπτει, αφού άλλωστε κανένας τόπος δεν είναι πιο ασφαλής από τον ουρανό, (απ΄ όπου έπεσε ο διάβολος).

11. Τους απίστους ή τους αιρετικούς πού μας επιτίθενται με κακότητα, ας τους αφίνουμε «μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν» (Τιτ. γ΄ 10). Στους επιθυμούντας όμως να μάθουν την αλήθεια, «το καλόν ποιούντες έως αιώνος μη εκκακώμεν» (Γαλ. ς΄ 9). Αλλά και στις δύο περιπτώσεις ας είναι η συμπεριφορά μας ανάλογη με την ψυχική μας δύναμι και αντοχή.

12. Είναι παράλογος όποιος πέφτει σε απόγνωσι, ακούοντας τα υπερφυσικά κατορθώματα των Αγίων. Αυτά αντιθέτως τον εκπαιδεύουν άριστα σ’ ένα από τα δύο: Ή τον παρακινούν με την οσιακή ανδρεία τους προς μίμησι∙ ή προς μεγάλη αυτοκατάκρισι και αναγνώρισι της αδυναμίας του με την τρεις φορές οσιακή ταπείνωσι.

13. Υπάρχουν ακάθαρτοι δαίμονες, πονηρότεροι των πονηρών, οι οποίοι μας συμβουλεύουν να μη κάνωμε μόνοι μας την αμαρτία. Αυτοί επιθυμούν να έχωμε και άλλους συνενόχους στο κακό, για να μας ετοιμάσουν βαρύτερη τιμωρία. Είδα μία αμαρτωλή συνήθεια πού την έμαθε ο ένας από κάποιον άλλο. Έπειτα εκείνος πού την εδίδαξε ήλθε σε συναίσθησι, άρχισε να μετανοή και εσταμάτησε την αμαρτία. Επειδή όμως ο μαθητής του συνέχιζε να την διαπράττη, και η ιδική του μετάνοια απέβη ατελής και ανίσχυρη.

14. Μεγάλη, πράγματι, μεγάλη είναι η πονηρία των δαιμόνων∙ δύσκολα την αντιλαμβανόμεθα και ολίγοι την βλέπουν. Και αυτοί οι ολίγοι, νομίζω, δεν την βλέπουν ολόκληρη. Αλήθεια, πως συμβαίνει πολλές φορές να είμαστε χορτασμένοι από απολαυστικά φαγητά, και εν τούτοις να αγρυπνούμε με καθαρό νου, και άλλες φορές να νηστεύωμε και να ταλαιπωρούμεθα, και έν τούτοις να μας κυριεύη άσχημα ο ύπνος; Να ησυχάζωμε, και έν τούτοις να είμαστε σκληροί, και να συναναστρεφώμαστε άλλους, και να είμαστε γεμάτοι κατάνυξι; Ενώ πεινούμε υπερβολικά, να έχωμε πειρασμούς στον ύπνο, και ενώ είμαστε χορτάτοι, να μην ενοχλούμεθα καθόλου; Ενώ περνούμε πτωχικά, να γινώμαστε σκυθρωποί και ασυγκίνητοι, και ενώ περνούμε πλούσια και με οινοποσίες, να παρουσιαζώμαστε γεμάτοι ιλαρότητα και κατανυκτικότητα; Γι’ αυτά όποιος μπορεί με την βοήθεια του Κυρίου, ας διαφωτίση όσους είναι αφώτιστοι. Διότι εμείς σ’ αυτά τα θέματα είμαστε αφώτιστοι. Το μόνο πού έχομε να ειπούμε είναι ότι οι αλλαγές αυτές δεν οφείλονται πάντοτε στους δαίμονας, αλλά μερικές φορές στην κράσι και στην κατάστασι του σώματος, στο ακάθαρτο και αχόρταγο αυτό πάχος πού μας εδόθηκε και πού -δεν ξέρω πώς- δέθηκε γύρω στην φύσι μας.

Για τις δυσδιάκριτες αυτές μεταπτώσεις ας παρακαλέσωμε ειλικρινά και ταπεινά τον Κύριον. Και εάν μετά το διάστημα των προσευχών μας διαπιστώσωμε ότι συνεχίζεται μια ωρισμένη κατάστασις, τότε θα καταλάβωμε ότι δεν προέρχεται από τους δαίμονες, αλλά από την φύσι μας. Πολλές φορές όμως και από τον Θεόν, ο οποίος επιθυμεί να μας ευεργετή, σύμφωνα με τα σοφά σχέδιά Του, και με τα αντίθετα, για να καταστέλλη έτσι με κάθε τρόπο την οίησί μας. Είναι δύσκολο και επικίνδυνο να περιεργάζεται κανείς τον βυθό των κριμάτων του Θεού, διότι αυτού του είδους οι περίεργοι ταξειδεύουν με το πλοίο της οιήσεως. [Χάριν όμως της ασθενείας πολλών θα πρέπει να ειπούμε μερικά].

15. Ερώτησε κάποιος έναν διορατικό: «Γιατί ο Θεός εστόλισε μερικούς με χαρίσματα και θαυματουργικές ικανότητες, αφού προεγνώριζε τις μελλοντικές πτώσεις τους»; Και εκείνος του λέγει: «Για να προφυλάξη τους ομοίους των πνευματικούς άνδρας, για να φανή ότι έχομε το αυτεξούσιον, και για να καταστήση τους πεσόντας αναπολογήτους την ημέρα της Κρίσεως».

16. Ο Μωσαϊκός νόμος ως μη τέλειος λέγει: «Πρόσεχε σεαυτώ» (Δευτερ. δ΄ 9), ενώ ο Κύριος ως υπερτέλειος μας παρήγγειλε επί πλέον και για την διόρθωσι του αδελφού μας: «Εάν αμάρτη ο αδελφός σου ή μάλλον η υπόδειξίς σου είναι άδολη και ταπεινή, τότε μην αμελήσης την εντολή του Κυρίου και μάλιστα σε αυτούς που δέχονται την υπόδειξι. Εάν όμως δεν έχης φθάσει ακόμη σ’ αυτό το σημείο, ας εκτελής έστω την εντολή του Νόμου.

17. Μην εκπλήττεσαι βλέποντας και τους προσφιλείς σου να σε εχθρεύωνται (επειδή τους ελέγχεις). Διότι οι επιπόλαιοι γίνονται όργανα (και όπλα) των δαιμόνων και μάλιστα εναντίον των εναρέτων, πού είναι εχθροί των δαιμόνων.

18. Ένα απ’ όσα συμβαίνουν σ’ εμάς μου δημιουργεί μεγάλη έκπληξι: Ενώ στις αρετές έχομε ως βοηθούς τον παντοδύναμον Θεόν, τους Αγγέλους και τους Αγίους, και στα πάθη μόνο τον πονηρό διάβολο, πώς συμβαίνει να υποκύπτωμε ευκολώτερα και γρηγορώτερα στα πάθη; Επάνω σ’ αυτό εγώ δεν θέλω να ομιλήσω λεπτομερώς, αλλά και ούτε μπορώ.

19. Εάν τα διάφορα κτίσματα παραμένουν στην κατάστασι που εδημιουργήθηκαν, πώς εγώ ο άνθρωπος που εδημιουργήθηκα κατ’ εικόνα Θεού ταλαιπωρούμαι αναμεμειγμένος με την λάσπη, (το πήλινο δηλαδή σώμα); όπως λέγει ο μέγας Γρηγόριος. Εάν πάλι κάποια δημιουργήματα κατέληξαν να γίνουν κάπως διαφορετικά από τον προορισμό τους, πάντως θα πρέπει με σφοδρότητα να επιθυμούν την συγγένειά τους, (εκείνα δηλαδή με τα οποία εξ αρχής επλάσθηκαν όμοια).

20. Όλα τα τεχνάσματα -για να ειπώ έτσι- πρέπει κανείς να χρησιμοποιή, προκειμένου τον πηλό, (το πήλινο δηλαδή σώμα), να τον ανεβάση και να τον ενθρονίση στον θρόνο του Θεού. Κανείς λοιπόν ας μη προφασίζεται ότι αδυνατεί να ανεβή εκεί, διότι η οδός και η θύρα είναι ανοιγμένες.

21. Η ακρόασις των κατορθωμάτων των πνευματικών μας Πατέρων δημιουργεί στον νου και στην ψυχή φλογερό ζήλο. Η ακρόασις όμως των διδασκάλων είναι αυτή που καθοδηγεί τους ζηλωτάς στην επιτυχή μίμησι των Πατέρων.

22. Διάκρισις σημαίνει λύχνος μέσα στο σκοτάδι, επιστροφή των πεπλανημένων, φωτισμός όσων έχουν μυωπία. Διακριτικός σημαίνει χορηγός της υγείας, καταστροφεύς της ασθενείας.

23. Οι λεγόμενοι μ ι κ ρ ο θ α ύ μ α σ τ ο ι, (αυτοί που θαυμάζουν και μεγαλοποιούν τα μικρά), φθάνουν σ’ αυτό το σημείο από δύο αιτίες: Ή λόγω υπερβολικής αγνοίας ή λόγω ταπεινοφροσύνης, ή οποία τους κάνει να εξυψώνουν και να εκθειάζουν τα κατορθώματα του πλησίον.

24. Ας αγωνιζώμαστε να μην είμαστε μόνο παλαισταί αλλά και πολεμισταί των δαιμόνων. Διότι οι πρώτοι άλλοτε κτυπούν και άλλοτε κτυπούνται, ενώ οι δεύτεροι πάντοτε καταδιώκουν τον εχθρό.

25. Όποιος ενίκησε τα πάθη, αυτός πληγώνει τους δαίμονας και με τον εξής τρόπο: Υποκρίνεται ότι είναι κυριευμένος από τα πάθη και εξαπατώντας έτσι τους εχθρούς του μένει απολέμητος. Όπως συνέβη με κάποιον αδελφό, πού ενώ κάποτε υπέστη ατιμίες δεν εταράχθη καθόλου η καρδιά του, παρά μόνο προσευχήθηκε νοερώς. Εν συνεχεία όμως άρχισε να διαμαρτύρεται και να οδύρεται για τις ατιμίες πού υπέστη, και έτσι με ένα προσποιητό πάθος έκρυψε την απάθειά του. Και άλλος πάλι αδελφός ενώ δεν είχε την παραμικρή όρεξι για προεδρία, επροσποιείτο ότι πολύ έπασχε γι’ αυτήν.

Πώς δε να σου περιγράψω την αγνότητα εκείνου, ο οποίος εισήλθε στο πορνείο δήθεν για να αμαρτήση, και έτσι ανέσυρε την πόρνη στην ζωή της ασκήσεως![13] Σε έναν πάλι ησυχαστή έφερε κάποιος πρωί – πρωί ένα σταφύλι. Και εκείνος, μόλις ανεχώρησε αυτός πού το έφερε, αν και δεν είχε όρεξι, το κατεβρόχθισε αμέσως με υπερβολική βουλιμία, παρουσιάζοντας έτσι τον εαυτό του ως γαστρίμαργο στους δαίμονες.

Ένας άλλος πάλι πού έχασε μερικά θαλλία, όλη την ημέρα έδειχνε πολύ πικραμένος γι’ αυτό.

Σε όσους όμως χρησιμοποιούν αυτήν την μέθοδο χρειάζεται μεγάλη νήψις, μήπως και επιχειρώντας να εμπαίξουν τους δαίμονας καταλήξουν στον εμπαιγμό του εαυτού τους. Αυτοί που χρησιμοποιούν επιτυχώς αυτή την μέθοδο είναι μόνο εκείνοι για τους οποίους κάποιος είπε: «Ως πλάνοι και αληθείς» (Β΄ Κορ. ς΄ 8).

26. Όποιος επιθυμή να παραστήση ενώπιον του Χριστού αγνό το σώμα και να του παρουσιάση καθαρή την καρδιά, ας τηρή την αοργησία και την εγκράτεια. Διότι χωρίς αυτές τις αρετές όλοι οι κόποι μας είναι μάταιοι.

27. Σε διαφορετικούς βαθμούς αντιλαμβάνονται το υλικό φως οι οφθαλμοί. Ομοίως πολλές φορές και διαφορετικές είναι οι λάμψεις και οι επισκέψεις του νοητού Ηλίου μέσα στις ψυχές. Άλλες δηλαδή γίνονται με τα δάκρυα του σώματος και άλλες με τα δάκρυα της ψυχής, άλλες με τα σωματικά μάτια και άλλες με τα ψυχικά. Διαφορετικές είναι όσες προέρχονται από την ακρόασι κάποιου λόγου και διαφορετικές όσες εκδηλώνονται σαν αυθόρμητο σκίρτημα ψυχικής αγαλλιάσεως. Διαφορετικές οι προερχόμενες από την ζωή της ησυχίας και διαφορετικές από την ζωή της υπακοής. Επί πλέον υπάρχει και μία ιδιαιτέρα περίπτωσις: Κατ’ αυτήν ο νους δι΄ εκστάσεως παρουσιάζεται ενώπιον του Χριστού «αρρήτως και αφράστως» έν μέσω (νοερού) φωτός.

28. Υπάρχουν οι αρετές, αλλά υπάρχουν και οι μητέρες των αρετών. Ο δε συνετός άνθρωπος αγωνίζεται περισσότερο για να αποκτήση τις μητέρες. Περί των μητέρων διδάσκει ο ίδιος ο Θεός με κάποια ιδιαιτέρα ενέργεια. Περί των θυγατέρων όμως μπορούν να διδάσκουν πολλοί.

29. Ας προσέξωμε μήπως αναπληρώνωμε την ολιγοφαγία με πολυϋπνία, διότι αυτό είναι έργο αφροσύνης, καθώς επίσης και το αντίθετο είναι έργο συνέσεως, (να καταπολεμήται δηλαδή η τυχόν πολυφαγία με την ολιγοϋπνία). Είδα ωρισμένους αγωνιστάς σε κάποια περίστασι να υποχωρούν κάπως στην επιθυμία της κοιλίας. Γρήγορα όμως και χωρίς καθυστέρησι οι ανδρείοι αυτί εβασάνισαν την «τάλαινα», δηλαδή την κοιλία, με ολονύκτιο αγρυπνία και την έμαθαν να αποστρέφεται στο εξής μετά χαράς τον χορτασμό.

30. Πολεμεί πολύ ισχυρά ο δαίμων της φιλαργυρίας τους ακτήμονας. Και όταν δεν κατορθώση τίποτε, τότε με την πρόφασι της ελεημοσύνης προς τους πτωχούς πείθει τους αΰλους να γίνουν πάλι υλικοί.

31. Όταν είμαστε καταβεβλημένοι ψυχικά από τις αμαρτίες μας, ας ενθυμούμεθα συνεχώς την εντολή του Κυρίου στον Πέτρο να συγχωρή «εβδομηκοντάκις επτά» αυτόν που αμαρτάνει. Διότι ο Κύριος που παρήγγειλε κάτι τέτοιο στον άλλον, αυτός οπωσδήποτε θα το τηρήση πολύ περισσότερο. Όταν αντιθέτως υπερηφανευώμαστε έν γένει για τις αρετές μας, ας ενθυμηθούμε πάλι αυτόν πού είπε: «Όστις τελέσει πάντα τον πνευματικός νόμον, πταίσει δε έν ενί πάθει - τουτέστιν έν υψηλοφροσύνη – γέγονε πάντων ένοχος» (Ιακώβ. β΄ 10).

32. Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ωρισμένοι πονηροί και φθονεροί δαίμονες υποχωρούν εκουσίως και δεν πολεμούν τους Αγίους. Και τούτο, για να μη τους προξενήσουν στεφάνους, με πολέμους από τους οποίους δεν περιμένουν νίκη.

33. «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί» (Ματθ. ε΄ 9). Κανείς δεν αντιλέγει. Εγώ όμως είδα και «εχθροποιούς» οι οποίοι υπήρξαν μακάριοι! Ήταν κάποτε δύο που συνεδέοντο με αμαρτωλή σχέσι. Και κάποιος από τους γνωστικούς πατέρας, σπουδαιότατος στην αρετή, εδημιούργησε μίσος μεταξύ τους, κατηγορώντας τον έναν στον άλλον ότι τον ύβριζε, και αντιθέτως. Έτσι κατώρθωσε ο πάνσοφος να αποκρούση με ανθρώπινη πονηρία την κακία των δαιμόνων και να δημιουργήση μίσος πού διέσπασε τον αμαρτωλό δεσμό.

34. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι χάριν μιας εντολής παραβαίνουν την άλλη. Είδα κάποτε δύο νέους αγαπημένους μεταξύ τους κατά Θεόν. Επειδή όμως αντελήφθησαν ότι μερικοί εβλάπτοντο και εσκανδαλίζοντο, εσυμφώνησαν μεταξύ τους να κρατηθούν ωρισμένο καιρό σε απόστασι.

35. Όπως δεν ταιριάζουν ο γάμος με την κηδεία, έτσι και η υπερηφάνεια με την απόγνωσι. Μερικές φορές όμως είναι δυνατόν να τα συναντήση κανείς μαζί, από την ακαταστασία των δαιμόνων.

36. Υπάρχουν μερικοί ακάθαρτοι δαίμονες πού μόλις αρχίση κάποιος την μελέτη της Αγίας Γραφής του αποκαλύπτουν την ερμηνεία της. Τούτο ιδιαίτερα αγαπούν να το κάνουν σε καρδιές κενοδόξων ανθρώπων και μάλιστα μορφωμένων με την κατά κόσμον παιδεία. Και αποσκοπούν να τους ρίξουν σε αιρέσεις και βλάσφημες ιδέες απατώντας τους σιγά-σιγά. Θα αντιληφθούμε δε καλώς την δαιμονική αυτή θεολογία ή καλύτερα βαττολογία από την ταραχή και την ακατάστατη και άτακτη ευχαρίστησι πού δημιουργείται στην ψυχή την ώρα της εξηγήσεως.

37. Όλα τα πράγματα έλαβαν από τον Δημιουργό τάξι και αρχή, μερικά δε και τέλος. Το τέλος όμως της αρετής είναι χωρίς τέλος – «πέρας απέραντον». Διότι όπως λέγει ο Ψαλμωδός: «Πάσης συντελείας είδον πέρας∙ πλατεία δε και απέραντος η εντολή σου σφόδρα» (πρβλ. Ψαλμ. ριη΄ 96).

38. Εάν μερικοί αγωνισταί «πορεύωνται έκ δυνάμεως είς δύναμιν» (Ψαλμ. πγ΄ 8), από την δύναμι δηλαδή της πράξεως στην δύναμι της θεωρίας∙ και εάν «η αγάπη ουδέποτε λήγη» (πρβλ. Α΄ Κορ. ιγ΄ 8)∙ και εάν, όπως αναφέρεται πάλι στην Γραφή, «ο Κύριος φυλάξη την είσοδον του φόβου σου και την έξοδον της αγάπης σου» (πρβλ. Ψαλμ. ρκ΄ 8)∙ άρα το τέλος της είναι χωρίς τέλος – «πέρας απέραντον». Όσο και αν προχωρούμε σ’ αυτήν, ποτέ δεν θα παύσωμε, όχι μόνο στην παρούσα, αλλά ούτε στην μέλλουσα ζωή, από του να λαμβάνωμε και να προσθέτωμε φως γνώσεως επάνω στο φως. Θα λεχθή δε και τούτο, όσο και αν φανή σε πολλούς παράδοξο: Σύμφωνα με τον προηγούμενο συλλογισμό, ω μακάριε, θα ετολμούσα να ειπώ ότι ούτε οι Άγγελοι σταματούν να προοδεύουν. Λέγω δε ότι προσθέτουν περισσότερη δόξα στην δόξα τους και γνώσι στην γνώσι τους.

39. Μη θαυμάσης για το ότι πολλές φορές οι δαίμονες μας φέρνουν και αγαθούς λογισμούς. Μας τους φέρνουν μέν, αλλά έν συνεχεία εναντιώνονται νοερώς σ’ αυτούς. Και τούτο, για να μας πείσουν ότι ακόμη και τις πιο μυστικές σκέψεις των καρδιών μας τις γνωρίζουν[14].

40. Να μη θέλης να γίνεσαι αυστηρός δικαστής εκείνων οι οποίοι αναπτύσουν θαυμάσιες διδασκαλίες, βλέποντάς τους κάπως οκνηρούς στην πρακτική. Διότι πολλές φορές την έλλειψί τους στα έργα την αναπληρώνει η ωφέλεια πού προξενεί ο λόγος τους. Ασφαλώς δεν τα κατέχομε όλοι εξ ίσου όλα. Σε μερικούς ο λόγος υπερτερεί του έργου. Σε άλλους πάλι το δεύτερο υπερέχει του πρώτου.

41. Ο Θεός ούτε έπλασε ούτε εδημιούργησε κανένα κακό. Κάποιοι όμως απατήθηκαν πού ισχυρίσθηκαν ότι μερικά από τα πάθη υπάρχουν έκ φύσεως στην ψυχή. Δεν έλαβαν υπ’ όψιν τους ότι εμείς ωρισμένες στοιχειώδεις κλίσεις της φύσεώς μας τις μετεστρέψαμε σε πάθη. Επί παραδείγματι: Εκ φύσεως υπάρχει μέσα μας η δυνατότης της σαρκικής σποράς για την γέννησι τέκνων. Εμείς όμως αυτό το μεταβάλαμε σε πορνεία. Εκ φύσεως υπάρχει μέσα μας ο θυμός εναντίον του όφεως, και εμείς τον χρησιμοποιούμε εναντίον του πλησίον. Εκ φύσεως υπάρχει μέσα μας ο ζήλος για τις αρετές, και εμείς τον στρέφομε προς το κακό. Εκ φύσεως υπάρχει στην ψυχή η επιθυμία της δόξης, αλλά της άνω. Εκ φύσεως και το να υπερηφανευώμεθα, αλλά κατά των δαιμόνων. Ομοίως και η χαρά, αλλά εκείνη που έχει σχέσι με τον Κύριον και με την ευτυχία του πλησίον. Μας εδόθηκε ακόμη και η μνησικακία, αλλά εναντίον των εχθρών της ψυχής. Μας εδόθηκε και η επιθυμία της τροφής, αλλά όχι και της ασωτίας.

42. Η άοκνη ψυχή εξήγειρε εναντίον της τους δαίμονας. Όσο όμως αυξήθηκαν οι πόλεμοι, τόσο αυξήθηκαν και οι στέφανοι. Αυτός που δεν κτυπάται από τους εχθρούς δεν πρόκεται βέβαια να στεφανωθή. Και αυτός πού δεν αποκάμνει από τις τυχόν πτώσεις, θα δοξασθή ως πολεμιστής από τους Αγγέλους.

43. Κάποιος αφού παρέμεινε τρεις νύκτες μέσα στην γη ανεβίωσε μονίμως. Και όποιος θα νικήση τις τρεις ώρες δεν πρόκειται πλέον να αποθάνη[15].

44. Εάν σύμφωνα με τα παιδαγωγικά Του σχέδια ο Ήλιος, (δηλαδή ο Θεός), αφού ανέτειλε μέσα μας, «έγνω» για πρώτη φορά «την δύσιν αυτού» (Ψαλμ. ργ΄ 19), οπωσδήποτε «έθετο σκότος έν τη αποκρυφή αυτού και εγένετο νύξ» (πρβλ. Ψαλμ. ιζ΄ 12, ργ΄ 20). Κατ΄αυτήν την νύκτα θα έλθουν εναντίον μας οι άγριοι λέοντες πού είχαν πρό ολίγου αναχωρήσει, και όλα τα θηρία των ακανθωδών παθών ωρυόμενα να αρπάξουν από μέσα μας την ελπίδα και ζητώντας από τον Θεόν την άδεια να τραφούν από τα πάθη μας είτε με τον λογισμό είτε με την πράξι (πρβλ. Ψαλμ. ργ΄ 20-21).

«Ανέτειλε» πάλι σ΄εμάς διά της σκοτεινής ταπεινώσεως «ο ήλιος, και συνήχθησαν» όλα τα θηρία, «και είς τάς μάνδρας αυτών κοιτασθήσονται» (Ψαλμ. ργ΄ 22), δηλαδή στις καρδιές των φιληδόνων ανθρώπων, και όχι σ΄ εμάς. Τότε οι δαίμονες θα ειπούν μεταξύ τους: «Εμεγάλυνε Κύριος του ποιήσαι πάλιν μετά τούτων έλεος». Εμείς θα ειπούμε προς αυτούς: «Εμεγάλυνε Κύριος του ποιήσαι μεθ΄ημών� εγενήθημεν ευφραινόμενοι, υμείς δε διωκόμενοι» (πρβλ. Ψαλμ. ρκε΄ 2-3).

«Ιδού Κύριος κάθηται επί νεφέλης κούφης», δηλαδή σε ψυχή πού υψώθηκε επάνω από κάθε γήϊνη επιθυμία, και θα έλθη στην καρδιά πού προηγουμένως ήταν σαν Αιγυπτία, γεμάτη σκότος, «και σεισθήσονται τα χειροποίητα είδωλα» και οι πονηροί λογισμοί του νου (πρβλ. Ησ. ιθ΄ 1).

45. Εάν ο Χριστός σωματικώς φεύγη μακρυά από τον Ηρώδη, παρ΄ όλον ότι είναι παντοδύναμος, ας διδαχθούν οι προπετείς να μην εισορμούν στους πειρασμούς. Αναφέρει δε η Γραφή: «Μη δώης είς σάλον τον πόδα σου, και ού νυστάξει ο φυλάσσων σε άγγελος» (πρβλ. Ψαλμ. ρκ΄ 3).

46. Με την ανδρεία συμπλέκεται η υπερηφάνεια, όπως ο σμίλαξ με το κυπαρίσσι. Ας φροντίζωμε συνεχώς ώστε να αποφεύγωμε και τον απλό λογισμό, ότι αποκτήσαμε κάποιο αγαθό. Αφού δε εξετάσωμε επακριβώς τα γνωρίσματα αυτού του αγαθού, ας ερευνήσωμε αν υπάρχη μέσα μας, και τότε ασφαλώς θα διαπιστώσωμε τις ελλείψεις μας. Επίσης να αναζητής συνεχώς και τα σημάδια των παθών, και τότε θα ανακαλύψης πολλά μέσα σου. Αυτά δε τα πάθη, επειδή είμαστε άρρωστοι δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε, είτε από αδυναμία και ασθένεια είτε από ριζωμένη πολυχρόνιο συνήθεια.

47. Ο Θεός εξετάζει την πρόθεσι. Σε όσα όμως μπορούμε, ζητεί με φιλάνθρωπο τρόπο και έργα. Είναι μέγας αυτός πού δεν παραλείπει τίποτε από όσα μπορεί. Μεγαλύτερο όμως είναι εκείνος πού με ταπείνωσι επιχειρεί πράγματα υπέρ την δύναμί του. Πολλές φορές οι δαίμονες μας εμποδίζουν από τα πιο ελαφρά και ωφέλιμα έργα και μας προτρέπουν περισσότερο στα πλέον κοπιαστικά.

48. Ευρίσκω ότι ο Ιωσήφ δεν εμακαρίσθη (πρβλ. Γεν. λθ΄) για την απάθειά του, αλλά διότι απεστράφη την αμαρτία. Είναι απαραίτητο να αναζητήσωμε σε ποιες και σε πόσες αμαρτίες η αποστροφή στεφανώνεται. Διότι καλό μέν πράγμα είναι να αποστρέφεται κάποιος την σκιά, ανώτερο όμως το να προστρέχη στον Ήλιο της δικαιοσύνης.

49. Ο σκοτισμός γίνεται αιτία να σκοντάφτουμε. Το να σκοντάφτουμε γίνεται αιτία να πέφτουμε. Και το να πέφτουμε γίνεται αιτία να αποθνήσκωμε. Εκείνοι πού εσκοτίσθηκαν από τον οίνο, ενίφθηκαν πολλές φορές με νερό. Και εκείνοι πού εσκοτίσθηκαν από τα πάθη, ενίφθηκαν με δάκρυα.

50. Άλλο πράγμα είναι η θόλωσις (των οφθαλμών της ψυχής), άλλο ο διασκορπισμός και άλλο η τύφλωσις. Και το μέν πρώτο το θεραπεύει η εγκράτεια, το δεύτερο η ησυχία και το τρίτο η υπακοή και ο Θεός, ο οποίος προς χάριν μας έγινε «υπήκοος».

51. Εμείς θεωρούμε ότι δύο ειδών καθαρισμοί υπάρχουν σε όσους «φρονούσι τα άνω», παίρνοντας παράδειγμα τους δύο καθαρισμούς πού χρησιμοποιούνται κάτω στην γη. Και χαρακτηρίζομε κ ν α φ ε ί ο ν το έν Κυρίω κοινόβιο, διότι ξύνει και καθαρίζει τον ρύπο και το πάχος και την δυσμορφία της ψυχής. Και ως β α φ ε ί ο ν θα ωνομάζαμε την αναχώρησι στην έρημο, διότι (βάφει με ουράνια χαρίσματα) όσες ψυχές εκαθαρίσθηκαν στο κοινόβιο από την λαγνεία και την μνησικακία και τον θυμό, και έτσι ασπάσθηκαν την ησυχαστική ζωή.

52. Υποστηρίζουν μερικοί ότι η πτώσις στις ίδιες αμαρτίες προέρχεται από την έλλειψι της πρεπούσης μετανοίας, η οποία χρησιμεύει σαν αντίβαρο για την διόρθωσι των προηγουμένων πταισμάτων. Ας ερευνηθή δε και τούτο, εάν αυτός πού δεν έπεσε στην ίδια αμαρτία, μετενόησε πράγματι, όπως έπρεπε να μετανοήση.

53. Έπεσαν στις ίδιες αμαρτίες, άλλοι μέν διότι κατέχωσαν στον βυθό της λήθης τις προηγούμενες, άλλοι δε διότι η φιληδονία τους έκανε να βλέπουν μόνο την φιλανθρωπία του Θεού, και άλλοι επειδή απελπίσθηκαν για την σωτηρία τους. Και αν δεν θα με κατηγορούσε κανείς, θα έλεγα επί πλέον, ότι η πτώσις στις προηγούμενες αμαρτίες οφείλεται και σε τούτο: Στο ότι δεν μπορούν πλέον να δέσουν εκείνον τον εχθρό, ο οποίος τους σύρει βιαίως στην αμαρτία με την τυραννία της συνηθείας.

54. Αξίζει να ερευνηθή το πώς η ψυχή, αν και είναι ασώματη, δεν βλέπει τι είδους είναι τα πνεύματα (άγγελοι-δαίμονες) πού την πλησιάζουν, ενώ και αυτά είναι ομοίας φύσεως. Αυτό μάλλον θα οφείλεται στην σύζευξι της ψυχής με το υλικό σώμα, πράγμα που μόνο Εκείνος πού έκανε αυτή την σύζευξι το γνωρίζει.

55. Κάποτε ένας από τους γνωστικούς πατέρας με ερώτησε: «Πές μου, πές μου, σε παρακαλώ, διότι θέλω να μάθω, ποια από τα πονηρά πνεύματα κάνουν τον νου του ανθρώπου να ταπεινώνεται και ποια να υπερηφανεύεται για τις αμαρτίες του»; Και ενώ εγώ απόρησα για το ζήτημα και εβεβαίωσα την άγνοιά μου με όρκο, τότε έλαβε τον λόγο εκείνος πού επιθυμούσε να διδαχθή και με εδίδαξε: «Με ολίγα λόγια –μου είπε- θα σου προσφέρω μικρή ζύμη διακρίσεως, αφίνοντάς σε να κοπιάσης μόνος σου για τα υπόλοιπα. Οι δαίμονες της σαρκός, της οργής, της κοιλιοδουλείας, της ακηδίας και του ύπνου κατά κανόνα δεν ανυψώνουν το κέρας του νου. Ενώ οι δαίμονες της φιλαργυρίας, της φιλαρχίας και της πολυλογίας και πολλοί άλλοι (το ανυψώνουν, και έτσι) στο ένα κακό προσθέτουν άλλο. Γι’ αυτό ευρίσκεται κοντά τους και ο δαίμων της κατακρίσεως.

56. Όποιος επισκέφθηκε κοσμικούς ή εδέχθηκε επίσκεψί τους, και μετά την ώρα ή την ημέρα του χωρισμού αισθάνθηκε στην καρδιά του βέλος λύπης –και όχι χαρά, διότι απηλλάγη από εμπόδια και παγίδες- αυτός εμπαίζεται ή από την κενοδοξία ή από την πορνεία.

57. Ας αναζητήσωμε πρό πάντων από πού φυσά ο άνεμος, μη τυχόν και έχομε ανοίξει τα ιστία του πλοίου προς την αντίθετη κατεύθυνσι.

58. Να παρηγορής με αγάπη τους ηλικιωμένους αγωνιστάς, οι οποίοι έλυωσαν τα σώματά τους στην άσκησι και να παρέχης σ΄αυτούς ολίγη ανάπαυσι. Να πιέζης τους νέους, οι οποίοι έλυωσαν τις ψυχές τους στην αμαρτία, να εγκρατεύωνται, ομιλώντας τους για την αιώνιο κόλασι.

59. Είναι από τα ακατόρθωτα, όπως και αλλού αναφέραμε, να ελευθερωθούμε ευθύς εξ αρχής τελείως και από την γαστριμαργία και από την κενοδοξία. Ας μην θελήσωμε όμως να πολεμήσωμε την κενοδοξία με την τρυφή –ως γνωστόν στους αρχαρίους η ήττα της γαστριμαργίας δημιουργεί κενοδοξία. Είναι καλύτερα να προσευχηθούμε κατά της κενοδοξίας, με λιτότητα και εγκράτεια. Και οπωσδήποτε για όσους το επιθυμούν «ελεύσεται ώρα, και νύν έστιν» (Ιωάν. δ΄ 23), κατά την οποία ο Κύριος θα υποτάξη και αυτήν κάτω από τα πόδια μας.

60. Οι νέοι και οι ηλικιωμένοι πού προσέρχονται (στην μοναχική ζωή) δεν πολεμούνται από τα ίδια πάθη. Πολλές φορές μάλιστα πάσχουν από τις πιο αντίθετες ασθένειες. Για τούτο είναι μακαρισμένη η μακαρία ταπείνωσις, διότι και στους νέους και στους ηλικιωμένους καθιστά ασφαλή και δυνατή την μετάνοια.

61. Μη ταραχθής γι΄αυτό που πρόκειται να ειπώ: Υπάρχουν, αν και σπανίως, ψυχές με ευθύτητα, χωρίς πονηρία, απηλλαγμένες από κάθε κακία, υποκρισία και δολιότητα. Σ΄αυτές τις ψυχές δεν συμφέρει η συμβίωσις με άλλους. Διότι μπορούν να ξεκινήσουν μαζί με τον πνευματικό τους οδηγό σαν από κάποιο λιμάνι, από την ησυχαστική ζωή, και να ανέβουν στον ουρανό, χωρίς έτσι να γευθούν και να δοκιμάσουν τους θορύβους και τα σκάνδαλα της κοινοβιακής ζωής.

62. Τους λάγνους μπορούν να τους ιατρεύσουν οι άνθρωποι, τους πονηρούς οι Άγγελοι, και τους υπερηφάνους μόνο ο Θεός.

63. Ένα είδος αγάπης είναι πολλές φορές και τούτο: Όταν μας επισκεφθή ο πλησίον, να τον αφίνουμε να κάνη σε όλα ό,τι επιθυμεί, ενώ εμείς θα του δείχνωμε όλη μας την αγάπη και την καλωσύνη.

64. Αξίζει να ερευνήσωμε πώς και μέχρι ποίου σημείου και πότε βλάπτει η μεταμέλεια πού γίνεται για τα καλά μας έργα[16], όπως και για τα κακά.

65. Ας έχωμε πολλή διάκρισι, για να γνωρίζωμε πότε πρέπει να πολεμούμε προς τα πάθη και με ποια και μέχρι ποίου σημείου, και πότε να υποχωρούμε. Διότι υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες πρέπει να προτιμήσωμε την φυγή ένεκα της αδυναμίας μας, για να μη μας εύρη ο θάνατος.

66. Ας παρατηρήσωμε και ας παρακολουθήσωμε πότε και πώς μπορούμε με κάποιο πικρό φάρμακο να εμέσωμε την χολή του κακού που υπάρχει μέσα μας. Ποιοι δαίμονες ανυψώνουν και ποιοί ταπεινώνουν. Ποιοι σκληρύνουν και ποιοι ανακουφίζουν. Ποιοι σκοτίζουν και ποιοι υποκρίνονται ότι φωτίζουν. Ποιοι μας κάνουν νωθρούς και ποιοι επιτηδείους στο κακό. Και ποιοι πάλι σκυθρωπούς και ποιοι χαρούμενους.

67. Ας μην εκπλαγούμε, εάν βλέπωμε στην αρχή του μοναχικού σταδίου τον εαυτό μας πιο εμπαθή από ό,τι στην κοσμική ζωή. Διότι πρέπει να φανερωθούν πρώτα οι κρυφές αιτίες της ασθενείας μας και έπειτα να αποκτήσωμε την υγεία. Προηγουμένως δε τα θηρία δεν εφαίνοντο, διότι ήταν κρυμμένα.

68. Εκείνοι που πλησιάζουν στην τελειότητα, αν συμβή και υποστούν μία μικρή ήττα από τους δαίμονας, προσπαθούν παντοιοτρόπως να ανακτήσουν σύντομα ό,τι τους αφηρέθη και μάλιστα να το πάρουν πίσω εκατό φορές περισσότερο.

69. Οι άνεμοι άλλοτε, σε καιρό γαλήνης, ταράζουν μόνο την επιφάνεια της θαλάσσης, άλλοτε όμως, όταν πνέουν σφοδρά, και τον βυθό. Κάτι παρόμοιο στοχάσου και για τους σκοτεινούς ανέμους της πονηρίας: Στους εμπαθείς αναστατώνουν το βάθος της καρδιάς. Στους προχωρημένους όμως μόνο την επιφάνεια του νου και έτσι αυτοί επανευρίσκουν γρηγορότερα την εσωτερική τους γαλήνη, αφού η καρδιά παρέμεινε αμόλυντη.





70. Μόνον οι τέλειοι είναι σε θέσι να γνωρίζουν πάντοτε ποια σκέψις μέσα στην ψυχή προέρχεται από τον εαυτό τους, ποια από τον Θεόν και ποια από τους δαίμονας.

Οι δαίμονες δεν προτρέπουν ευθύς εξ αρχής σε όλα τα αντίθετα. Γι΄αυτό και είναι σκοτεινό πραγματικά και δυσεπίλυτο το πρόβλημα αυτό.


Με τους δύο αισθητούς οφθαλμούς φωτίζεται το σώμα, και με την αισθητή και νοερά διάκρισι λαμπρύνονται οι οφθαλμοί της καρδιάς.
--------------------------------------------------------

[13] Ο όσιος Σεραπίων υποκρινόμενος τον ακόλαστο εισήλθε στο δωμάτιο μιας πόρνης στην Αίγυπτο. Η προσευχή που έκανε εκεί έφερε σε κατάνυξι την πόρνη, η οποία τον ακολούθησε και τελικώς παρεδόθη σε γυναικείο Μοναστήρι, όπου έφθασε σε υψηλά μέτρα ασκήσεως και μετανοίας (βλέπε «Γεροντικόν», εκδ. Πάσχου, σελ. 117).

[14] Εκπλήσσεται κανείς για την πονηρία των πονηρών πνευμάτων, προκειμένου να εξαπατήσουν τους λογισμούς των μοναχών. Γι’ αυτό, χωρίς την καθοδήγησι διακριτικού Γέροντος, η διάκρισις των πνευμάτων και η έν γένει πνευματική πρόοδος καθίσταται ευχή ανεκπλήρωτη.

[15] Ο Χριστός παρέμεινε τρεις ημέρες και τρεις νύκτες στην γη και εν συνεχεία ανέζησε διά παντός. Εννοούνται δε ως τρεις ώρες η νεανική, η ανδρική και η γεροντική ηλικία.

[16] Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες μεταμελείται κανείς και για τα καλά του έργα; Βεβαίως! Όταν π.χ. αφιέρωσε πολύν κόπο για την απόκτησι μιας μικροτέρας αρετής και παρημέλησε έτσι κάποια σπουδαιοτέρα και βασική. Κατώρθωσε λ.χ. κάποιος την σιωπή, αλλά έμεινε πίσω στην αγάπη.

Ιωάννης ο Σιναΐτης, Άγιος: Κλίμαξ - Λόγος ΚΣΤ΄ (Περί διακρίσεως - Μέρος γ΄, Σύντομος ανακεφαλαίωσις των προηγουμένων)

Η ΒΕΒΑΙΑ πίστις είναι μητέρα της αποταγής. Και το αντίθετο είναι εξ ίσου φανερό. Η ακλόνητη ελπίδα είναι η θύρα της απροσπαθείας. Και το αντίθετο είναι εξ ίσου φανερό. Η αγάπη προς τον Θεόν είναι αιτία της ξενιτείας. Και το αντίθετο είναι εξ ίσου φανερό.


2. Την υποταγή την εγέννησε η καταδίκη του εαυτού μας και η όρεξις της πνευματικής υγείας. Μητέρα της εγκρατείας είναι η σκέψις του θανάτου και η διαρκής μνήμη της χολής και του όξους του Δεσπότου Χριστού. Προϋπόθεσις και συνεργός της σωφροσύνης και καθαρότητος είναι η ησυχία. Θραύσις της σαρκικής πυρώσεως είναι η νηστεία. Και αντίπαλος των αισχρών λογισμών είναι η συντριβή του νου.

3. Η πίστις και η ξενιτεία είναι ο θάνατος της φιλαργυρίας. Η ευσπλαγχνία και η αγάπη παρέδωσαν το σώμα σε θυσία. Η εκτενής προσευχή είναι όλεθρος της ακηδίας. Η μνήμη της Κρίσεως είναι πρόξενος της πνευματικής προθυμίας. Θεραπεία του θυμού είναι η αγάπη της ατιμίας, η υμνωδία και η ευσπλαγχνία.

4. Η ακτημοσύνη καταπνίγει την λύπη. Η απροσπάθεια προς τα αισθητά πράγματα οδηγεί στην θεωρία των νοερών. Η σιωπή και η ησυχία καταπολεμούν την κενοδοξία – εάν όμως ευρίσκεσαι ανάμεσα σε ανθρώπους, χρησιμοποίησε την ατιμία.

5. Την εξωτερική και ορατή υπερηφάνεια την εθεράπευσαν η πτωχεία, η θλίψις και οι παρόμοιες καταστάσεις. Την δε εσωτερική και αόρατη Εκείνος που είναι προαιωνίως Αόρατος. Όλα τα αισθητά ερπετά τα φονεύει το ελάφι και όλα τα νοητά η ταπείνωσις. Είναι δυνατόν με παραδείγματα από την φύσι να διδασκώμεθα καλώς όλα τα πνευματικά.

6. Όπως είναι αδύνατο να αποβάλη ο όφις το παλαιό του δέρμα, εάν δεν εισχωρήση σε στενή τρύπα, έτσι και εμείς δεν θα αποβάλωμε τις παλαιές προλήψεις και την ψυχική παλαιότητα και τον χιτώνα του παλαιού ανθρώπου, εάν δεν περάσωμε από την στενή και τεθλιμμένη οδό της νηστείας και της ατιμίας.

7. Όπως τα πολύσαρκα πτηνά δεν μπορούν να πετάξουν στον ουρανό, έτσι και εκείνος πού τρέφει και περιποιείται την σάρκα του.

8. Ο ξηραμένος βόρβορος δεν ικανοποιεί πλέον τους χοίρους. Και η σάρκα που εμαράνθηκε δεν αναπαύει πλέον τους δαίμονας.

9. Όπως πολλές φορές τα πολλά ξύλα πνίγουν και σβήνουν την φωτιά δημιουργώντας υπερβολικό καπνό, έτσι πολλές φορές και η υπέρμετρη λύπη καπνίζει και γεμίζει σκότος την ψυχή και ξηραίνει το ύδωρ των δακρύων.

10. Όπως αποτυγχάνει ο τυφλός τοξότης στον στόχο του, έτσι αποτυγχάνει και καταστρέφεται και ο υποτακτικός που αντιλέγει.

11. Καθώς το κοπτερό σίδερο μπορεί να οξύνη ένα άλλο ακατέργαστο, έτσι και ο πρόθυμος αδελφός έσωσε πολλές φορές τον ράθυμο.

12. Όπως τα αυγά των ορνίθων που θερμαίνονται στον κόλπο του στήθους ζωογονούνται, έτσι και οι λογισμοί που δεν φανερώνονται με την εξομολόγησι, γίνονται έργα.

13. Όπως οι ίπποι που τρέχουν αμιλλώνται μεταξύ τους, έτσι και μετά στην καλή συνοδία ο ένας αδελφός διεγείρει τον άλλο.

14. Όπως τα σύννεφα αποκρύπτουν τον ήλιο, έτσι και οι πονηρές σκέψεις σκοτίζουν και καταστρέφουν τον νου.

15. Όπως αυτός που έλαβε την καταδικαστική απόφασι και οδηγείται προς την εκτέλεσι δεν ομιλεί για τα θέατρα, έτσι και εκείνος που πενθεί ειλικρινά δεν θα αναπαύση ποτέ την κοιλία του.

16. Όπως οι πτωχοί που βλέπουν τους θησαυρούς του βασιλέως αισθάνονται περισσότερο την πτωχεία τους, έτσι και η ψυχή που μελετά τις μεγάλες αρετές των Πατέρων, ταπεινώνει οπωσδήποτε περισσότερο το φρόνημά της.

17. Όπως το σίδερο και χωρίς να το θέλη σπεύδει προς τον μαγνήτη, διότι έλκεται από κάποια μυστική φυσική δύναμι, έτσι και εκείνοι πού εχρόνισαν στις κακές τους συνήθειες τυραννούνται από αυτές.

18. Όπως το λάδι γαληνεύει τη θάλασσα και παρά την θέλησί της, έτσι και η νηστεία σβήνει εντελώς τις σαρκικές πυρώσεις, και παρά την θέλησί τους.

19. Όπως το ύδωρ όταν πιεσθή ανυψώνεται έτσι πολλές φορές και η ψυχή που επιέσθη από διαφόρους κινδύνους, ανυψώθηκε προς τον Θεόν με την μετάνοια, και εσώθηκε.

20. Όπως εκείνος που κρατά αρώματα προδίδεται και χωρίς να το θέλη από την ευωδία, έτσι και όποιος έχει μέσα του το Πνεύμα του Κυρίου αναγνωρίζεται από τα λόγια του και την ταπεινοφροσύνη του.

21. Όπως ο ήλιος με το φως του δείχνει τον χρυσό που λάμπει, έτσι και η αρετή φανερώνει αυτόν που την έχει.

22. Όπως οι άνεμοι αναταράζουν τον βυθό της θαλάσσης, έτσι και ο θυμός ταράζει περισσότερο από όλα τον νου.

23. Όπως, όσα δεν είδε ο άνθρωπος με τους οφθαλμούς του, δεν επιθυμεί και τόσο πολύ να τα γευθή, έστω και αν τα άκουσε, έτσι και όσοι έμειναν αγνοί στο σώμα, έχουν εξ αιτίας αυτού του γεγονότος ελαφροτέρους πειρασμούς.

24. Όπως οι κλέπτες δεν πλησιάζουν εύκολα στον τόπο που βλέπουν βασιλική φρουρά και όπλα, έτσι και εκείνος που ένωσε την καρδιά με την προσευχή δεν κλέπτεται εύκολα από τους νοητούς ληστάς.

25. Όπως η φωτιά δεν γεννά χιόνι, έτσι και αυτός που ζητεί τις τιμές του κόσμου δεν θα απολαύση τις τιμές της μελλούσης ζωής.

26. Όπως πολλές φορές μία σπίθα κατέκαυσε ένα μεγάλο δάσος, έτσι και μία ενάρετη πράξις συνέβη να εξαλείψη πλήθος από μεγάλα πταίσματα.
27. Όπως δεν είναι δυνατόν να φονεύση κανείς ένα άγριο θηρίο χωρίς όπλο, έτσι δεν είναι δυνατόν να αποκτήση την αοργησία χωρίς ταπείνωσι.

28. Όπως είναι αδύνατο, σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, να ζήση κανείς χωρίς τροφή, έτσι είναι αδύνατο ο άνθρωπος που επιθυμεί την σωτηρία του να δείξη μέχρι το θάνατό του έστω και για μία στιγμή αμέλεια.

29. Όπως η ηλιακή ακτίνα που εισχωρεί από κάποιο μικρό άνοιγμα στο σπίτι, το φωτίζει τόσο, ώστε να διακρίνεται και η πιο λεπτή σκόνη πού αιωρείται στον αέρα, έτσι και ο φόβος του Θεού εισερχόμενος στην καρδιά του ανθρώπου, της φανερώνει όλα τα αμαρτήματά της.

30. Όπως τα λεγόμενα καβούρια συλλαμβάνονται εύκολα, διότι βαδίζουν άλλοτε εμπρός και άλλοτε πίσω, έτσι και μία ψυχή που άλλοτε γελά, άλλοτε πενθεί και άλλοτε ζη με τρυφή, δεν είναι δυνατόν να κατορθώση τίποτε.

31. Όπως οι κοιμώμενοι κλέπτονται εύκολα, έτσι και όσοι ασκούνται στην αρετή κοντά στον κόσμο.

32. Όπως εκείνος που παλαίει με λέοντα, αν στρέψη αλλού το βλέμμα του, εξοντώνεται αμέσως, έτσι και εκείνος που παλαίει με την σάρκα του, εάν της προσφέρη ανάπαυσι.

33. Όπως κινδυνεύουν να πέσουν όσοι ανεβαίνουν σε σαθρή σκάλα, έτσι κάθε τιμή και δόξα και εξουσία καταρρίπτουν τον κάτοχό τους, επειδή αυτές έρχονται σε αντίθεση με την ταπεινοφροσύνη.

34. Όπως είναι αδύνατον να μη σκέπτεται ο πεινασμένος τον άρτο, έτσι είναι αδύνατο να μη σκέπτεται τον θάνατο και την Κρίσι εκείνος πού αγωνίζεται για να σωθή.

35. Όπως το νερό σβήνει τα γράμματα, έτσι και το δάκρυ μπορεί να σβήσει τα πταίσματα.

36. Όπως μερικοί που δεν έχουν νερό, σβήνουν με άλλο τρόπο τα γράμματα, έτσι υπάρχουν και ψυχές που στερούνται δακρύων, και γι’ αυτό τρίβουν και αποξέουν τις αμαρτίες τους με την λύπη, τους στεναγμούς και την σκυθρωπότητα.

37. Όπως από το πλήθος της κοπριάς προέρχονται πλήθος σκουλήκια, έτσι και από το πλήθος των φαγητών προέρχονται πλήθος αμαρτωλών πτώσεων και πονηρών λογισμών και ακαθάρτων ονείρων.

[38. Όπως ο τυφλός δεν βλέπει να βαδίζη, έτσι και ο οκνηρός δεν μπορεί να ιδή το καλό και να το πράξη].

39. Όπως εκείνος που έχει δεμένα τα πόδια δεν μπορεί να βαδίζη εύκολα, έτσι και αυτοί πού θησαυρίζουν χρήματα δεν μπορούν να ανέβουν στον ουρανό.

40. Όπως η πρόσφατη πληγή θεραπεύεται εύκολα, έτσι, αντιθέτως, τα χρόνια τραύματα της ψυχής δύσκολα θεραπεύονται, όταν βεβαίως θεραπεύωνται.

41. Όπως είναι αδύνατος να βαδίζη ο νεκρός, έτσι είναι αδύνατον να σωθή ο απελπισμένος.

42. Αυτός που έχει ορθή πίστι και όμως διαπράττει αμαρτίες, ομοιάζει με πρόσωπο πού δεν έχει οφθαλμούς.

43. Αυτός που δεν έχει πίστι, και όμως πράττει ίσως μερικά καλά, ομοιάζει με εκείνον που αντλεί νερό και το χύνει σ’ ένα τρυπημένο πιθάρι.

44. Όπως το πλοίο που έχει καλόν κυβερνήτη φθάνει με την βοήθεια του Θεού σώο στο λιμάνι, έτσι και η ψυχή που έχει καλόν ποιμένα ανεβαίνει εύκολα στον ουρανό, έστω και εάν έχη διαπράξει πλήθος κακών.

45. Όπως αυτός που δεν έχει οδηγό χάνει εύκολα τον δρόμο, έστω και εάν είναι πολύ έξυπνος, έτσι και εκείνος που προχωρεί αυτοκυβέρνητος την μοναχική οδό, εύκολα χάνεται, έστω και εάν κατέχη όλη την σοφία του κόσμου.

46. Όταν κάποιος ασθενή κατά το σώμα, έχη δε διαπράξει και βαριά αμαρτήματα, αυτός ας ακολουθή την οδό της ταπεινώσεως και των διαφόρων μορφών και εκδηλώσεών της, διότι δεν πρόκειται να εύρη αλλού την σωτηρία.

47. Όπως δεν είναι δυνατόν αυτός που επέρασε μακροχρόνιο ασθένεια να ανακτήση την υγεία του μέσα σε μία στιγμή, έτσι δεν είναι δυνατόν να νικήσουμε διά μιας τα πάθη μας ή ένα πάθος μας. Να παρατηρής σε τι μέτρα ευρίσκεσαι σε κάθε πάθος και σε κάθε αρετή, και έτσι θα αντιληφθής καλύτερα την πρόοδό σου.

48. Όπως ζημιώνονται όσοι ανταλάσσουν τον χρυσό με την λάσπη, έτσι και όσοι διηγούνται και αποκαλύπτουν τα πνευματικά για να κερδήσουν κάτι από τα υλικά.

49. Την άφεσι πολλοί την απέκτησαν σύντομα, αλλά την απάθεια κανείς, διότι αυτό απαιτεί πολύν χρόνο και πόθο και την βοήθεια του Θεού.

50. Ας αναζητήσωμε ποια θηρία ή πτηνά μας επιβουλεύονται στην σπορά, ποια στην βλάστησι και ποια στον θερισμό, ώστε να στήνωμε κάθε φορά τις ανάλογες παγίδες.

51. Όπως δεν είναι σωστό να αυτοκτονήση κάποιος, επειδή έχει πυρετό, έτσι δεν πρέπει να περιπίπτη κανείς στην απόγνωσι ποτέ μέχρι τελευταίας αναπνοής.

52. Όπως είναι άσχημο, εκείνος που έθαψε τον πατέρα του, επιστρέφοντας από την κηδεία να κατευθυνθή σε γάμο, έτσι είναι ανάρμοστο σε όσους θρηνούν τις πτώσεις τους, να επιζητούν στην παρούσα ζωή από τους ανθρώπους τιμή ή ανάπαυσι ή δόξα.

53. Όπως άλλες είναι οι κατοικίες των ελευθέρων πολιτών και άλλες των καταδίκων, έτσι πρέπει να ξεχωρίζη τελείως η κατάστασις και η ζωή των πενθούντων και ενόχων από των ανενόχων.

54. Όπως τον στρατιώτη που επληγώθηκε βαρειά στο πρόσωπό του κατά τον πόλεμο, ο βασιλεύς δεν τον αποβάλλει από το στράτευμα, αλλά μάλλον τον προβιβάζει σε ανωτέρα τάξι, έτσι και τον μοναχό που κινδυνεύει και υποφέρει πολλά από τους δαίμονας, ο επουράνιος Βασιλεύς τον στεφανώνει.

55. Η α ί σ θ η σ ι ς που διαθέτει η ψυχή είναι ένα ιδίωμά της. Η δε αμαρτία είναι ο κόλαφος αυτής της αισθήσεως.

Η σ υ ν α ί σ θ η σ ι ς είναι αυτή που επιφέρει την κατάπαυσι ή την μείωσι του κακού, και είναι τέκνο της συνειδήσεως.

Η δε σ υ ν ε ί δ η σ ι ς είναι ο λόγος και ο έλεγχος του φύλακός μας Αγγέλου, ο οποίος μας εδόθηκε στο βάπτισμα.

Γι’ αυτόν τον λόγο βλέπομε ότι οι αβάπτιστοι δεν αισθάνονται έντονες τύψεις για τις κακές τους πράξεις, αλλά πολύ ελαφρές.

Η ελάττωσις του κακού γεννά την αποχή από το κακό. Η αποχή από το κακό είναι η αρχή της μετανοίας. Η αρχή της μετανοίας είναι η αρχή της σωτηρίας. Η αρχή της σωτηρίας είναι η καλή πρόθεσις. Η καλή πρόθεσις γεννά τους κόπους. Αρχή των κόπων είναι οι αρετές. Η αρχή των αρετών είναι το άνθος (της πνευματικής ζωής). Το άνθος της αρετής είναι η αρχή της (πνευματικής) εργασίας. Η (πνευματική) εργασία είναι τέκνο της αρετής∙ και αυτής τέκνο η συνέχισις και η συχνότης της εργασίας. Καρπός και τέκνο της συνεχούς και επιμελούς εργασίας είναι η έξις, (η μόνιμη δηλαδή συνήθεια). Και τέκνο της έξεως είναι η π ο ί ω σ ι ς, (να γίνη δηλαδή η αρετή ένα με την ψυχή, φυσική κατάστασίς της).

Η ποίωσις στο καλό γεννά τον φόβο (του Θεού). Ο φόβος γεννά την τήρησι των εντολών – είτε των επουρανίων είτε των επιγείων. Η τήρησις των εντολών είναι απόδειξις της αγάπης (προς τον Θεόν). Αρχή της αγάπης είναι το πλήθος της ταπεινώσεως. Το πλήθος δε της ταπεινώσεως είναι θυγατέρα της απαθείας. Και η απόκτησις της απαθείας είναι η πληρότης της αγάπης, δηλαδή η πλήρης κατοίκησις του Θεού σε όσους έγιναν με την απάθεια «καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. ε΄ 8).

Αυτώ η δόξα είς τους αιώνας. Αμήν.